Πέμπτη 28 Μαΐου 2015

Ἡ θέωσις, ὡς σκοπὸς τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου


Ἡ θέωσις, ὡς σκοπὸς τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου

Τὸ θέμα τοῦ προορισμοῦ τῆς ζωῆς μας εἶναι πολὺ σοβαρό, διότι ἀφορᾶ τὸ σπουδαιότερο ζήτημα γιὰ τὸν ἄνθρωπο: Γιὰ ποιὸ σκοπὸ εὑρισκόμαστε πάνω στὴν γῆ. Ἂν ὁ ἄνθρωπος τοποθετηθεῖ σωστὰ στὸ θέμα αὐτό, ἂν εὕρη τὸν πραγματικό του προορισμό, τότε μπορεῖ νὰ τοποθετηθεῖ σωστὰ καὶ στὰ ἐπὶ μέρους καὶ καθημερινὰ ζητήματα τῆς ζωῆς του, ὅπως εἶναι οἱ σχέσεις του μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, οἱ σπουδές του, τὸ ἐπάγγελμα, ὁ γάμος, ἡ ἀπόκτησις καὶ ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν. Ἂν ὅμως δὲν τοποθετηθεῖ σωστὰ σ᾿ αὐτὸ τὸ βασικὸ θέμα, τότε θὰ ἀποτύχει καὶ στοὺς ἐπὶ μέρους σκοποὺς τῆς ζωῆς. Διότι τί νόημα μποροῦν νὰ ἔχουν οἱ ἐπὶ μέρους σκοποί, ὅταν στὸ σύνολό της ἡ ἀνθρώπινη ζωὴ δὲν ἔχει νόημα;
Ἤδη ἀπὸ τὸ πρῶτο κεφάλαιο τῆς Ἁγίας Γραφῆς δηλώνεται ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς μας, ὅταν ὁ ἱερὸς συγγραφεὺς μᾶς λέγει, ὅτι ὁ Θεὸς ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο «κατ᾿ εἰκόνα καὶ καθ᾿ ὁμοίωσίν» Του. Διαπιστώνουμε ἔτσι τὴν μεγάλη ἀγάπη ποὺ ἔχει ὁ ἐν Τριάδι Θεὸς γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Δὲν τὸν θέλει ἁπλῶς ἕνα ὃν μὲ κάποια χαρίσματα, κάποια προσόντα, κάποια ἀνωτερότητα ἀπὸ τὴν ὑπόλοιπη κτίση, ἀλλὰ τὸν θέλει Θεὸ κατὰ Χάριν.
Ὁ ἄνθρωπος φαίνεται ἐξωτερικὰ ὅτι εἶναι μία βιολογικὴ ἁπλῶς ὕπαρξη ὅπως τὰ ἄλλα ἔμβια ὄντα, τὰ ζῶα. Εἶναι βέβαια ζῶον, ἀλλὰ «ζῶον... τὴ πρὸς Θεὸν νεύσει θεούμενον», ὅπως χαρακτηριστικὰ λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος (Λόγος εἰς τὰ Θεοφάνια, MPG 36, 324, 13). Εἶναι τὸ μόνο ὃν ποὺ ξεχωρίζει ἀπ᾿ ὅλη τὴν δημιουργία, τὸ μόνο ποὺ μπορεῖ νὰ γίνει θεός.
Τὸ «κατ᾿ εἰκόνα» σημαίνει τὰ χαρίσματα ποὺ ἔδωσε ὁ Θεὸς μόνο στὸν ἄνθρωπο, ξεχωριστὰ ἀπ᾿ ὅλα τὰ πλάσματά Του, ὥστε νὰ ἀποτελεῖ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Αὐτὰ τὰ χαρίσματα εἶναι : Ὁ λογικὸς νοῦς, ἡ συνείδηση, τὸ αὐτεξούσιο, δηλαδὴ ἡ ἐλευθερία, ἡ δημιουργικότητα, ὁ ἔρως καὶ ὁ πόθος τοῦ ἀπολύτου καὶ τοῦ Θεοῦ, ἡ προσωπικὴ αὐτοσυνειδησία καὶ ὅ,τι ἄλλο κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ εἶναι ὑπεράνω ὅλης τῆς λοιπῆς δημιουργίας τῶν ἐμβίων ὄντων καὶ τὸν κάνει νὰ εἶναι ἄνθρωπος καὶ προσωπικότης. Ὅ,τι δηλαδὴ κάνει τὸν ἄνθρωπο πρόσωπο αὐτὰ εἶναι τὰ χαρίσματα τοῦ «κατ᾿ εἰκόνα».
Ἔχοντας τὸ «κατ᾿ εἰκόνα» καλεῖται ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀποκτήσει τὸ «καθ᾿ ὁμοίωσιν», δηλαδὴ τὴν θέωση. Ὁ Δημιουργός, Θεὸς κατὰ φύσιν, καλεῖ τὸν ἄνθρωπο νὰ γίνει θεὸς κατὰ Χάριν.
Ἐδόθησαν λοιπὸν ἀπὸ τὸν Θεὸ τὰ χαρίσματα τοῦ «κατ᾿ εἰκόνα» στὸν ἄνθρωπο γιὰ νὰ φθάσει πολὺ ὑψηλά, νὰ πετύχει μὲ αὐτὰ τὴν ὁμοίωσή του μὲ τὸ Θεὸ καὶ Πλάστη του, νὰ ἔχει μία ὄχι ἐξωτερική, ἠθικὴ σχέση μαζί Του, ἀλλὰ μία προσωπικὴ ἕνωση μὲ τὸν Δημιουργό του.
Εἶναι ἴσως πολὺ τολμηρὸ ἀκόμη καὶ νὰ λέμε καὶ νὰ σκεπτόμαστε, ὅτι σκοπὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι νὰ γίνουμε θεοὶ κατὰ Χάριν. Ὅμως ἡ Ἁγία Γραφὴ καὶ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δὲν μᾶς τὸ ἀπέκρυψαν.
Ὑπάρχει δυστυχῶς ἄγνοια στοὺς ἀνθρώπους ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ σὲ πολλοὺς μέσα στὴν Ἐκκλησία. Διότι νομίζουν ὅτι σκοπὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι, στὴν καλύτερη περίπτωση, ἁπλῶς ἡ ἠθικὴ βελτίωσή μας, τὸ νὰ γίνουμε καλύτεροι ἄνθρωποι. Ἐνῶ τὸ Εὐαγγέλιο, ἀπὸ τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρες, μᾶς παραδίδεται ὅτι σκοπὸς τῆς ζωῆς μας δὲν εἶναι αὐτό. Τὸ νὰ γίνει δηλαδὴ ὁ ἄνθρωπος μόνο καλύτερος ἀπ᾿ ὅ,τι εἶναι, ἠθικώτερος, δικαιότερος, ἐγκρατέστερος, προσεκτικότερος. Ὅλα αὐτὰ πρέπει νὰ γίνουν, ἀλλὰ δὲν εἶναι ὁ μεγάλος σκοπός, ὁ τελικὸς σκοπός, γιὰ τὸν ὁποῖο ὁ Πλάστης καὶ Δημιουργός μας ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο. Ποιὸς εἶναι αὐτὸς ὁ σκοπός; Ἡ θέωσις. Τὸ νὰ ἑνωθεῖ ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸν Θεό, ὄχι μὲ ἕνα ἐξωτερικὸ ἢ συναισθηματικὸ τρόπο, ἀλλὰ ὀντολογικά, πραγματικά.
Τόσο ὑψηλὰ τοποθετεῖ ἡ ὀρθόδοξος ἀνθρωπολογία τὸν ἄνθρωπο. Ἂν συγκρίνουμε τὶς ἀνθρωπολογίες ὅλων τῶν φιλοσοφικῶν, κοινωνικῶν, ψυχολογικῶν συστημάτων μὲ τὴν ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία, θὰ διαπιστώσουμε πολὺ εὔκολα πόσο πτωχὲς εἶναι, πόσο δὲν ἀνταποκρίνονται στὸν μεγάλο πόθο τοῦ ἀνθρώπου γιὰ κάτι πολὺ μεγάλο κι ἀληθινὸ στὴν ζωή του.
Ἐπειδὴ ὁ ἄνθρωπος εἶναι «κεκελευσμένος θεός», ἔχει δηλαδὴ πλασθεῖ γιὰ νὰ γίνει θεός, ἂν δὲν εὑρίσκεται στὴν πορεία τῆς θεώσεως, αἰσθάνεται ἕνα κενὸ μέσα του, ὅτι κάτι δὲν πηγαίνει καλά. Δὲν χαίρεται, ἀκόμη κι ὅταν προσπαθεῖ νὰ καλύψει τὸ κενὸ μὲ ἄλλες δραστηριότητες. Μπορεῖ νὰ ναρκώνει τὸν ἑαυτό του, νὰ κατασκευάζει ἕνα κόσμο φανταχτερὸ ἀλλὰ ταυτόχρονα πτωχό, μικρό, περιορισμένο, καὶ νὰ ἐγκλωβίζεται, νὰ φυλακίζεται μέσα σ᾿ αὐτὸν κι ὁ ἴδιος. Μπορεῖ νὰ ὀργανώνει ἔτσι τὴν ζωή του, ὥστε νὰ μὴ μένει ποτὲ σχεδὸν ἥσυχος, μόνος με τὸν ἑαυτό του. Μπορεῖ μὲ τοὺς θορύβους, τὴν ἔνταση, τὴν τηλεόραση, τὸ ραδιόφωνο, τὴν συνεχῆ πληροφόρηση γιὰ ὁ,τιδήποτε, νὰ προσπαθεῖ σὰν μὲ ναρκωτικὰ νὰ ξεχάσει, νὰ μὴν σκέφτεται, νὰ μὴν ἀνησυχεῖ, νὰ μὴ θυμᾶται ὅτι δὲν πορεύεται σωστά, ὅτι ἔχει ξεστρατίσει ἀπὸ τὸν σκοπό του.
Τελικὰ ὅμως δὲν ἀναπαύεται ὁ ταλαίπωρος σύγχρονος ἄνθρωπος, ἕως ὅτου εὕρη αὐτὸ τὸ κάτι ἄλλο, τὸ ἀνώτερο ποὺ ὑπάρχει πράγματι στὴν ζωή του, τὸ ἀληθινὰ ὄμορφο καὶ δημιουργικό.
Μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸν Θεό; Μπορεῖ νὰ κοινωνήσει μαζί Του; Μπορεῖ νὰ γίνει θεὸς κατὰ Χάριν.

Ἡ ἐνανθρώπησις τοῦ Θεοῦ αἰτία τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου



Ἡ θέωσις, ὡς σκοπὸς τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου


Λέγουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος, γιὰ νὰ κάνει τὸν ἄνθρωπο θεό. Δὲν θὰ μποροῦσε ὁ ἄνθρωπος νὰ πετύχει τὴν θέωση ἂν ὁ Θεὸς δὲν εἶχε σαρκωθεῖ.
Στοὺς πρὸ Χριστοῦ χρόνους ἀνεφάνησαν πολλοὶ σοφοὶ καὶ ἐνάρετοι ἄνθρωποι. Γιὰ παράδειγμα, οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες εἶχαν φθάσει σὲ ἀρκετὰ ὑψηλὰ μέτρα φιλοσοφίας περὶ τοῦ ἀγαθοῦ καὶ περὶ τοῦ Θεοῦ. Ἡ φιλοσοφία τους μάλιστα περιεῖχε σπέρματα ἀληθείας, τὸν λεγόμενο "σπερματικὸ λόγο". Ἦσαν ἄλλωστε πολὺ θρησκευτικοὶ ἄνθρωποι, δὲν ἦσαν καθόλου ἄθεοι, ὅπως προσπαθοῦν νὰ τοὺς παρουσιάσουν μερικοὶ σύγχρονοι ποὺ δὲν γνωρίζουν καλὰ τὰ πράγματα. Δὲν γνώριζαν βεβαίως τὸν ἀληθινὸ Θεό, ἦσαν εἰδωλολάτρες, ὅμως ἦσαν πολὺ εὐλαβεῖς, θεοφοβούμενοι. Γι᾿ αὐτὸ ὅσοι παιδαγωγοί, δάσκαλοι ἢ πολιτικοὶ καὶ πολιτειακοὶ ἄρχοντες, ἀσυνεπεῖς πρὸς τὶς μνῆμες τοῦ γένους τῶν Ἑλλήνων ἐπιχειροῦν νὰ βγάλουν ἀπὸ τὴν ψυχὴ τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ μας τὴν πίστη του πρὸς τὸν Θεό, χωρὶς μάλιστα καὶ τὴν συγκατάθεσή του, αὐτοὶ ἀποτολμοῦν μίαν «ὕβριν», μὲ τὴν ἀρχαία σημασία τῆς λέξεως. Ἀποτολμοῦν οὐσιαστικὰ τὸν ἀφελληνισμό του, ἀφοῦ ἡ Παράδοση τῶν Ἑλλήνων, τῆς ἀρχαίας μεταγενέστερης καὶ νεωτέρας ἱστορίας μας, εἶναι Παράδοσις εὐλάβειας καὶ σεβασμοῦ πρὸς τὸν Θεό, πάνω στὴν ὁποία βασίσθηκε καὶ βασίζεται ὅλη ἡ παγκόσμιος πολιτιστικὴ προσφορὰ τοῦ ἑλληνισμοῦ.
Στὴν φιλοσοφία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων διακρίνεται μία νοσταλγία γιὰ τὸν ἄγνωστο Θεό, γιὰ τὴν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ. Ἦσαν πιστοί, εὐλαβεῖς, ἀλλὰ δὲν εἶχαν τὴν σωστή, ὁλοκληρωμένη γνώση τοῦ Θεοῦ, ἔλειπε ἡ κοινωνία τοῦ Θεοῦ. Δὲν ἦταν δυνατὴ ἡ θέωσις.
Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἐπίσης ἔχουμε δίκαιους καὶ ἐνάρετους ἀνθρώπους. Ὅμως ἡ πλήρης ἕνωση μὲ τὸν Θεό, ἡ θέωσις, γίνεται δυνατή, κατορθωτή, μὲ τὴν σάρκωση τοῦ Θεοῦ Λόγου.
Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ σκοπὸς τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ. Ἂν σκοπὸς τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου ἦταν νὰ γίνει ἁπλῶς ἠθικὰ καλύτερος, δὲν θὰ ἦταν ἀνάγκη νὰ ἔλθει στὸν κόσμο ὁ Χριστός, νὰ γίνει ὅλη αὐτὴ ἡ ἱστορία τῆς θείας Οἰκονομίας, τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ, ὁ σταυρός, ὁ θάνατος, ἡ ἀνάστασις τοῦ Κυρίου, ὅλα ὅσα πιστεύουμε οἱ Χριστιανοὶ ὅτι ἔγιναν διὰ τοῦ Χριστοῦ. Διότι καὶ μὲ τοὺς Προφῆτες, μὲ τοὺς φιλοσόφους, μὲ τοὺς δίκαιους ἀνθρώπους καὶ διδασκάλους θὰ μποροῦσε νὰ διδαχθεῖ τὸ ἀνθρώπινο γένος νὰ γίνεται ἠθικὰ καλύτερο.
Γνωρίζουμε ὅτι ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα παρασύρθηκαν ἀπὸ τὸν διάβολο καὶ θέλησαν νὰ γίνουν θεοί, ὄχι ὅμως συνεργαζόμενοι μὲ τὸν Θεό, ὄχι μὲ ταπείνωση, μὲ ὑπακοή, μὲ ἀγάπη, ἀλλὰ βασιζόμενοι στὴν δική τους δύναμη, στὸ δικό τους θέλημα, ἐγωιστικὰ καὶ αὐτόνομα. Ἡ οὐσία δηλαδὴ τῆς πτώσεως εἶναι ὁ ἐγωισμός. Ἔτσι υἱοθετώντας τὸν ἐγωισμὸ καὶ τὴν αὐτάρκεια χωρίστηκαν ἀπὸ τὸν Θεό, καὶ ἀντὶ νὰ πετύχουν τὴν θέωση, πέτυχαν ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο: Τὸν πνευματικὸ θάνατο.
Ὅπως λέγουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Θεὸς εἶναι ζωή. Ὅποιος λοιπὸν χωρίζεται ἀπὸ τὸν Θεό, χωρίζεται ἀπὸ τὴν ζωή. Ἄρα ὁ θάνατος καὶ ἡ πνευματικὴ νέκρωση, ὁ φυσικὸς δηλαδὴ καὶ ὁ πνευματικὸς θάνατος, ἦταν τὸ ἀποτέλεσμα τῆς παρακοῆς τῶν πρωτοπλάστων.
Γνωρίζουμε ὅλοι τὶς συνέπειες τῆς πτώσεως. Ὁ χωρισμὸς ἀπὸ τὸν Θεὸ ἔρριψε τὸν ἄνθρωπο στὴν σαρκική, κτηνώδη καὶ δαιμονιώδη ζωή. Τὸ λαμπρὸ δημιούργημα τοῦ Θεοῦ ἔπεσε βαριὰ ἄρρωστο, σχεδὸν νεκρό. Τὸ «κατ᾿ εἰκόνα» ἀμαυρώθηκε. Ὁ ἄνθρωπος μετὰ τὴν πτώση δὲν ἔχει τὶς προϋποθέσεις, ποὺ εἶχε πρὶν νὰ ἁμαρτήσει, γιὰ νὰ προχωρήσει στὴ θέωση. Σ᾿ αὐτὴν τὴν κατάσταση τῆς βαριᾶς ἀσθένειας, σχεδὸν νεκρός, δὲν μπορεῖ πλέον νὰ ἐπαναπροσανατολισθεῖ πρὸς τὸν Θεό. Χρειάζεται μία νέα ρίζα στὴν ἀνθρωπότητα. Χρειάζεται ἕνας νέος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος θὰ εἶναι ὑγιὴς καὶ θὰ μπορεῖ νὰ προσανατολίσει πάλι τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸν Θεό.
Αὐτὴ ἡ νέα ρίζα, ὁ νέος ἄνθρωπος, εἶναι ὁ Θεάνθρωπος, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ποὺ σαρκώνεται γιὰ νὰ πολεμήσει τὴν νέα ρίζα, τὴν νέα ἀπαρχή, τὸ νέο φύραμα τῆς ἀνθρωπότητας.
Μὲ τὴν σάρκωση τοῦ Λόγου, ὅπως θεολογεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, πραγματοποιεῖται μία δευτέρα κοινωνία Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων. Ἡ πρώτη κοινωνία ἦταν αὐτὴ στὸν Παράδεισο. Αὐτὴ ὅμως διασπάσθηκε. Χωρίστηκε ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν Θεό. Ὁ πανάγαθος Θεὸς οἰκονόμησε τώρα μιὰ ἄλλη, δευτέρα κοινωνία, ἕνωση δηλαδὴ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, ποὺ νὰ μὴν μπορεῖ πλέον νὰ διασπαθῆ. Διότι αὐτὴ ἡ δευτέρα κοινωνία Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων γίνεται στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Θεάνθρωπος Χριστός, ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρός, ἔχει δυὸ τέλειες φύσεις: Τὴν θεία καὶ τὴν ἀνθρώπινη. Οἱ δυὸ αὐτὲς τέλειες φύσεις ἑνώνονται «ἀτρέπτως, ἀσυγχύτως, ἀχωρίστως καὶ ἀδιαιρέτως», στὸ ἕνα πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, κατὰ τὸν περίφημο ὅρο τῆς Ἁγίας Δ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τῆς Χαλκηδόνος, ποὺ ἐν συνόψει ἀποτελεῖ τὴν ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ θεολογικὴ πανοπλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας κατὰ τῶν παντὸς εἴδους Χριστολογικῶν αἱρέσεων ὅλων τῶν αἰώνων. Ἔτσι ἔχουμε ἕνα Χριστὸ μὲ δυὸ φύσεις: τὴν θεία καὶ τὴν ἀνθρώπινη.
Τώρα πλέον ἡ ἀνθρώπινη φύση διὰ τῆς ὑποστατικῆς ἑνώσεως τῶν δυὸ φύσεων στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ εἶναι τελεσίδικα ἑνωμένη μὲ τὴν θεία φύση. Διότι ὁ Χριστὸς εἶναι αἰωνίως Θεάνθρωπος. Ὡς Θεάνθρωπος ἀνελήφθη στὸν οὐρανό. Ὡς Θεάνθρωπος κάθεται στὰ δεξιὰ τοῦ Πατρός. Ὡς Θεάνθρωπος θὰ ἔλθει νὰ κρίνει τὸν κόσμο στὴν δευτέρα Παρουσία. Ἄρα λοιπὸν ἡ ἀνθρώπινη φύση εἶναι τώρα ἐνθρονισμένη στοὺς κόλπους τῆς Ἁγίας Τριάδος. Δὲν μπορεῖ πλέον τίποτε νὰ χωρίσει τὴν ἀνθρώπινη φύση ἀπὸ τὸν Θεό. Γι᾿ αὐτὸ τώρα μετὰ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Κυρίου, - ὅσο κι ἂν ὡς ἄνθρωποι ἁμαρτάνουμε, ὅσο καὶ ἂν ἀποσπασθοῦμε ἀπὸ τὸν Θεὸ -, ἂν θέλουμε ἐν μετανοίᾳ νὰ ἑνωθοῦμε πάλι μὲ τὸν Θεό, μποροῦμε νὰ τὸ πετύχουμε. Μποροῦμε νὰ ἑνωθοῦμε μαζί Του, νὰ γίνουμε θεοὶ κατὰ Χάριν.

Ἡ συμβολὴ τῆς Θεοτόκου στὴν θέωσι τοῦ ἀνθρώπου


Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς μᾶς δίδει αὐτὴν τὴν δυνατότητα, νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Θεὸ καὶ νὰ ἐπανέλθουμε στὸν πρωταρχικὸ σκοπὸ ποὺ εἶχε τάξει ὁ Θεὸς γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Γι᾿ αὐτὸ ἀναγγέλλεται ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ ὡς ἡ ὁδός, ἡ θύρα, ὁ ποιμὴν ὁ καλός, ἡ ζωή, ἡ ἀνάσταση, τὸ φῶς. Εἶναι ὁ νέος Ἀδάμ, ὁ ὁποῖος διορθώνει τὸ λάθος τοῦ πρώτου Ἀδάμ. Ὁ πρῶτος Ἀδὰμ μᾶς χώρισε ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὴν ἀνυπακοή του καὶ τὸν ἐγωισμό του. Ὁ δεύτερος Ἀδάμ, ὁ Χριστός, μᾶς ἐπαναφέρει πάλι στὸν Θεὸ μὲ τὴν ἀγάπη Του καὶ τὴν ὑπακοή Του πρὸς τὸν Πατέρα, ὑπακοὴ μέχρι θανάτου, «θανάτου δὲ σταυροῦ». Προσανατολίζει πάλι τὴν ἐλευθερία μας πρὸς τὸν Θεό, ἔτσι ὥστε προσφέροντάς την σ᾿ Αὐτὸν νὰ ἑνωνόμαστε μαζί Του.
Τὸ ἔργο ὅμως τοῦ νέου Ἀδὰμ προϋποθέτει τὸ ἔργο τῆς νέας Εὔας, τῆς Παναγίας, ἡ ὁποία καὶ αὐτὴ διόρθωσε τὸ λάθος τῆς παλαιὰς Εὔας. Ἡ Εὔα ὤθησε τὸν Ἀδὰμ στὴν παρακοή. Ἡ νέα Εὔα, ἡ Παναγία, συντελεῖ στὸ νὰ σαρκωθεῖ ὁ νέος Ἀδάμ, ὁ ὁποῖος θὰ ὁδηγήσει τὸ ἀνθρώπινο γένος στὴν ὑπακοὴ τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτὸ ἡ Κυρία Θεοτόκος, ὡς καὶ τὸ πρῶτο ἀνθρώπινο πρόσωπο ποὺ ἐπέτυχε τὴν θέωση - κατ᾿ ἐξαίρετο καὶ ἀνεπανάληπτο μάλιστα τρόπο, διαδραμάτισε στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας μας ὄχι ἁπλῶς βασικὸ ρόλο, ἀλλὰ ἀναγκαῖο καὶ ἀναντικατάστατο.
Ἐὰν ἡ Παναγία δὲν εἶχε προσφέρει μὲ τὴν ὑπακοή της τὴν Ἐλευθερία της στὸν Θεὸ καί, κατὰ τὸν ἅγιο Νικόλαο Καβάσιλα, τὸν μεγάλο θεολόγο τοῦ ΙΔ´ αἰῶνος, δὲν εἶχε πεῖ τὸ "ναί" στὸν Θεό, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ σαρκωθεῖ ὁ Θεός. Διότι ὁ Θεὸς ποὺ ἔδωσε τὴν ἐλευθερία στὸν ἄνθρωπο δὲν θὰ μποροῦσε νὰ τὴν παραβιάσει. Δὲν θὰ μποροῦσε νὰ σαρκωθεῖ, ἐὰν δὲν εὑρίσκετο μιὰ τέτοια ἁγνή, παναγία, ἀκηλίδωτη ψυχὴ σὰν τὴν Θεοτόκο, ἡ ὁποία θὰ προσέφερε ὁλοκληρωτικὰ τὴν ἐλευθερία της, τὴν θέλησή της, τὸν ἑαυτό της ὅλο στὸν Θεό, ὥστε νὰ Τὸν ἑλκύσει πρὸς τὸν ἑαυτό της καὶ πρὸς ἡμᾶς.
Ὀφείλουμε πολλὰ στὴν Παναγία μας. Γι᾿ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ καὶ εὐλαβεῖται τόσο πολὺ τὴν Θεοτόκο. Γι᾿ αὐτὸ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, συνοψίζοντας τὴν Πατερικὴ θεολογία, λέγει ὅτι ἡ Παναγία μας ἔχει τὰ δευτερεῖα τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὅτι εἶναι θεὸς μετὰ τὸν Θεόν, μεθόριο μεταξὺ κτιστοῦ καὶ ἄκτιστου. «Προΐσταται τῶν σωζομένων», κατ᾿ ἄλλη ὡραία ἔκφραση θεολόγου τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ δὲ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ὁ νεώτερος αὐτὸς ἀπλανὴς φωστὴρ καὶ διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας, ἀναφέρει ὅτι καὶ αὐτὰ τὰ ἀγγελικὰ τάγματα φωτίζονται ἀπὸ τὸ φῶς ποὺ λαμβάνουν ἀπὸ τὴν Παναγία.
Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας ἐγκωμιάζεται ὡς «τιμιωτέρα τῶν Χερουβεὶμ καὶ ἐνδοξοτέρα ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ».
Ἡ σάρκωσις τοῦ Λόγου καὶ ἡ θέωσις τοῦ ἀνθρώπου εἶναι τὸ μέγα μυστήριο τῆς Πίστεως καὶ Θεολογίας μας.
Αὐτὸ ζεῖ κάθε ἡμέρα ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας μὲ τὰ μυστήριά της, τὴν ὑμνολογία της, τὶς εἰκόνες της, μὲ ὅλη τὴν ζωή της. Ἀκόμη καὶ ἡ ἀρχιτεκτονικὴ ἑνὸς Ὀρθόδοξου Ναοῦ αὐτὸ μαρτυρεῖ. Ὁ τροῦλος τῶν ἐκκλησιῶν, πάνω στὸ ὁποῖο εἶναι ζωγραφισμένος ὁ Παντοκράτωρ, συμβολίζει τὴν κάθοδο τοῦ Οὐρανοῦ στὴν γῆ. Ὅτι ὁ Κύριος «ἔκλινεν οὐρανοὺς καὶ κατέβη». Ὅτι ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος «καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν», ὅπως γράφει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης (Ἰω. α´ 14).
Ἐπειδὴ δὲ ἔγινε ἄνθρωπος διὰ τῆς Θεοτόκου, εἰκονίζουμε τὴν Θεοτόκο τὴν κόγχη τοῦ ἱεροῦ, γιὰ νὰ δείξουμε ὅτι δι᾿ αὐτῆς ὁ Θεὸς ἔρχεται στὴν γῆ καὶ στοὺς ἀνθρώπους. Αὐτὴ εἶναι «ἡ γέφυρα δι᾿ ἧς κατέβη ὁ Θεός» καὶ πάλι «ἡ μετάγουσα τοὺς ἐκ γῆς πρὸς οὐρανόν», ἡ Πλατυτέρα τῶν οὐρανῶν, ἡ χώρα τοῦ ἀχωρήτου, ποὺ ἐχώρησε μέσα της τὸν ἀχώρητο Θεὸ γιὰ τὴν σωτηρία μας.
Στὴν συνέχεια δείχνει ἡ Ἐκκλησία μας τοὺς θεωμένους ἀνθρώπους. Αὐτοὺς ποὺ ἔγιναν θεοὶ κατὰ Χάριν, ἐπειδὴ ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος. Γι᾿ αὐτὸ στὶς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες μας μποροῦμε καὶ εἰκονίζουμε ὄχι μόνο τὸν σαρκωθέντα Θεό, τὸν Χριστό, καὶ τὴν ἄχραντο Μητέρα Του, τὴν Κυρία Θεοτόκο, ἀλλὰ καὶ τοὺς Ἁγίους, γύρω καὶ κάτω ἀπὸ τὸν Παντοκράτορα. Σ᾿ ὅλους τοὺς τοίχους τοῦ Ναοῦ ζωγραφίζουμε τὰ ἀποτελέσματα τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ: Τοὺς ἁγίους καὶ θεωμένους ἀνθρώπους.
Ἄρα εἰσερχόμενοι μέσα σὲ ἕνα ὀρθόδοξο Ναὸ καὶ βλέποντας τὴν ὡραία ἁγιογράφηση, ἀμέσως λαμβάνουμε μία ἐμπειρία: Μαθαίνουμε ποιὸ εἶναι τὸ ἔργο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ποιὸς εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς ζωή μας.
Ὅλα στὴν Ἐκκλησία ὁμιλοῦν γιὰ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν θέωση τοῦ ἀνθρώπου.

Τα μυστικά της ευχής “Κύριε Ιησού Χριστέ Ελέησόν με”


“ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ”

Όλη η τέχνη είναι αυτή ακριβώς. Είτε περπατάς είτε κάθεσαι, είτε στέκεσαι, είτε εργάζεσαι, είτε βρίσκεσαι στην εκκλησία, άσε τη προσευχή αυτή να γλιστρήσει από τα χείλη σου “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με” με τη προσευχή αυτή στην καρδιά σου θα βρεις εσωτερική ειρήνη και γαλήνη σώματος και ψυχής ( Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ)

Η ευχή του Ιησού είναι εργασία κοινή των αγγέλων και των ανθρώπων. Με την προσευχή αυτή οι άνθρωποι πλησιάζουν σύντομα την ζωή των αγγέλων. Η ευχή είναι η πηγή όλων των καλών έργων και αρετών και εξορίζει μακριά από τον άνθρωπο τα σκοτεινά πάθη. Σε σύντομο χρόνο κάνει τον άνθρωπο ικανό να αποκτήσει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Απόκτησε την, και πριν πεθάνεις θα αποκτήσεις ψυχή Αγγελική. Η ευχή είναι θεϊκή αγαλλίαση. Κανένα άλλο πνευματικό όπλο δε μπορεί να αναχαιτίσει τόσο αποτελεσματικά τους δαίμονες. Τους κατακαίει όπως η φωτιά τα βάτα. (Οσίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ)

Λέγε ακατάπαυστα την ευχή “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” με τη γλώσσα και με τον νου. Όταν η γλώσσα κουράζεται ας αρχίζει ο νους. Και πάλιν όταν ο νους βαρύνεται, η γλώσσα . Μόνον να μην παύεις. Λοιπόν όταν ευχόμενος κρατάει τον νου του να μην φαντάζεται τίποτα, αλλά προσέχει μόνον στα λόγια της ευχής. (Γέρων Ιωσήφ)

Δια της ευχής “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” θα κερδίσεις το παν. Δια της ευχής καθαρίζεται ο άνθρωπος, λαμπρύνεται, αγιάζεται. Η ευχή είναι το σωσίβιο της ψυχής και του σώματος. Η ευχή είναι η βάση της τελειότητας. Θα λεπτυνθείτε και θα πετάτε με την ευχή. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος σωτηρίας, καθαρισμού και αγιασμού από την νοερά προσευχή. Αυτή γέμισε τον παράδεισο από άγιους ανθρώπους (Γέροντας Αμφιλόχιος)

Να λέγεις παιδί μου την ευχή . “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” , ημέρα και νύχτα συνέχεια. Η ευχή θα τα φέρει όλα, η ευχή περιέχει τα πάντα: αίτηση, παράκληση, πίστη, ομολογία, θεολογία κλπ. Η ευχή να λέγεται χωρίς διακοπή. Η ευχή θα φέρει ολίγον κατ’ ολίγον ειρήνη, γλυκύτητα, χαρά, δάκρυα. Η ειρήνη και η γλυκύτης θα φέρουν περισσότερον ευχή, και η ευχή κατόπιν, περισσοτέραν ειρήνη και γλυκύτητα κ.ο.κ. θα έρθει στιγμή που αν θα σταματάς την ευχή, θα αισθάνεσαι άσχημα. (Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης)

Να λέτε την ευχή. “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” . Να τη λέτε μια-μια λέξη κατανοητά, καταληπτά. Να μην προχωρείτε στη δεύτερη λέξη , αν δεν καταλάβετε την πρώτη. Να τονίζεται περισσότερο το τελευταίο , δηλ ελέησόν με. Θα σας έρθει τώρα στην αρχή ραθυμία και και ύπνος και μετεωρισμός και αμέλεια αλλά εσείς γρήγορα να συνέρχεστε. ‘Όταν λέτε την ευχή , να θεωρείτε τον εαυτό σας τώρα στην αρχή , ότι είσθε στη κόλαση και να φωνάζετε κλαίοντας, ζητώντας το έλεος του Θεού. Μακριά από την απόγνωση, από την απελπισία και τα όμοια ταύτα. Κατά την ώρα της προσευχής να μην δέχεστε ούτε φαντασία , ούτε μορφή, ούτε εικόνα της Παναγίας και του Χριστού ή άλλου τινός Αγίου, ούτε και τις λέξεις της ευχής να βλέπετε νοερώς” (Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης)

Μάθετε να εργάζεσθε το κομποσκοινάκι. Το κομποσκοινάκι θα σας οδηγήσει εκεί που εσείς δεν γνωρίζετε σε ανώτερα επίπεδα θα σας οδηγήσει το κομποσκοινάκι. “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”

–Έχετε ένα πρόβλημα; “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”

–Έχετε έναν πειρασμό με τον άλλον, με τον γείτονα σας, με τους φίλους σας κ.ο.κ. “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”. Η ευχή θα σας δώσει τη λύση του προβλήματος σας λύσιν του αδιεξόδου όπου ευρίσκεστε. Το κομποσκοινάκι λοιπόν “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” (Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης)

Όλοι οι Άγιοι Πατέρες φωνάζουν την πρώτη θέση στη ζωή του κάθε χριστιανού την κατέχει η προσευχή. Θέλεις να κάνεις κατάσταση; Προσεύχου. Θέλεις να σωθείς; Προσεύχου. ‘Όλες οι προσευχές καλές και άγιες είναι, αλλά η νοερά προσευχή, είναι η βασίλισσα αυτών. “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”. Απ’ αυτήν τη μικρούλα αλλά παντοδύναμη προσευχή, ξεκίνησαν οι Άγιοι Πατέρες και έγιναν φωστήρες της εκκλησίας. Λέγε συνεχώς όσο μπορείς περισσότερες φορές την ημέρα και τη νύχτα αυτή την ευχούλα και αυτή θα σε διδάξει αυτά που θέλεις, αυτά που δεν γνωρίζεις. Βιάσου σ’ αυτήν την ευχούλα (Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης)

Η ευχή μας φέρνει κοντά στον Χριστό. Κάποτε μου ήρθε (να εξομολογηθεί) ένας μεγαλόσχημος .

Μου είπε: Έχω φθάσει , Αββά σε απόγνωση. Δεν βλέπω καμιά αλλαγή στο καλύτερο. Πως θα βελτιωθώ; Πώς θα πεθάνω για την αμαρτία; Αισθάνομαι την πλήρη αδυναμία μου. Υπάρχει άραγε ελπίδα σωτηρίας.

Βεβαίως υπάρχει. Λέγε όσο πιο πολύ μπορείς την ευχή. Και άφησε τα πάντα στα χέρια του θεού. Και ποια η ωφέλεια από την ευχή όταν δε συμμετέχει ο νους και η καρδιά; Τεράστια ωφέλεια. Είναι γνωστό ότι η «ευχή» έχει πολλές βαθμίδες: από την απλή προφορά των λέξεων της «ευχής» μέχρι την «ευχή» την θαυματουργική. Μα έστω και στην κατώτατη βαθμίδα να βρισκόμαστε και αυτό για μας είναι ψυχικά πολύ ωφέλιμο και σωτήριο. Από τον άνθρωπο που λέγει την «ευχή» φεύγουν οι δυνάμεις του εχθρού μας. Και ο άνθρωπος αυτός γρήγορα ή αργά οπωσδήποτε θα σωθεί.

Αναστήθηκα! Αναστέναξε ο Μεγαλόσχημος. Από δω και πέρα δεν πρόκειται πια να πέσω σε ακηδία και απόγνωση. Το λέγω λοιπόν και το επαναλαμβάνω: λέτε την «ευχή» .’Έστω και μόνο με το στόμα. Και ο Κύριος δεν θα σας αφήσει (Στάρετς Βαρσανούφιος της Όπτινα)

Δεν πρέπει να αφήνουμε την ευχή. Όταν μας δίνεται η ευκαιρία, να τη λέμε. Να μην τριγυρίζει ο νους μας στα μάταια. Με την ευχή ο νους αναπαύεται και αγάλλεται. Ο νους του ανθρώπου πρέπει να ασχολείται με την ευχή και να μην τρέχει στα μάταια. (Γέροντας Παϊσιος)

Πρέπει συνεχώς αδιαλείπτως να λέμε την ευχή. Μέσα στη καρδιά μας και το νου μας πρέπει να μείνει μόνο το όνομα του Χριστού μας. Γιατί όταν εμείς αφήνουμε την προσευχή, την , την επικοινωνία μας με το Θεό, τότε ο διάβολος με λογισμούς αρχίζει και μας ζαλίζει και δεν ξέρουμε πλέον ούτε τι θέλουμε, ούτε τι λέμε , ούτε τι κάνουμε. (Γέροντας Παϊσιος)

Να λέγωμεν συνεχώς την ευχήν, είτε με το νουν, είτε με το στόμα. Η ευχή, το παντοδύναμον όπλον δεν αφήνει την αμαρτία να εισέλθει. Ο διάβολος καίεται από το όνομα του Ιησού Χριστού, δια τούτο πασχίζει με κάθε τρόπον να σταματήσει την ευχή. ( Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεϊτης)

Λέγε την ευχή: αγιάζει το στόμα, αγιάζει ο αέρας, αγιάζει ο τόπος που λέγεται, Οι δαίμονες βάζουν χίλια εμπόδια δια να μην προσευχηθεί ο άνθρωπος, επειδή όλες οι παγίδες , όλα τα δίκτυα των δαιμόνων καταστρέφονται δια της προσευχής. Άπειρες φορές οι δαίμονες δια στόματος δαιμονισμένων ομολόγησαν ότι καίονται από την ενέργεια της ευχής. (Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεϊτης)

Η κάτωθι σύντομος προσευχή είναι παντοδύναμο όπλο κάθε χριστιανού: « Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» «Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς» . Λέγε αδερφέ μου με τα χείλη και με την καρδιά σου συνεχώς τα σωτήρια αυτά λόγια , διότι φωτίζουν τον νου, γαληνεύουν την καρδιά, καίουν την αμαρτία, μαστίζουν και εκδιώκουν τους δαίμονας.

Το κομποσκοίνι δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι κάτι διακοσμητικό, ούτε κάτι που θα μας φέρει γούρι. Αντίθετα, χρειάζεται για να μας θυμίζει τη προσευχή και, σαν τέτοιο, είναι μια άγια και θεία παρουσία στη ζωή μας. Συγκεκριμένα το κομποσκοίνι είναι φτιαγμένο για να κάνουμε την αδιάλειπτη προσευχή, αυτή που λέγεται αδιάκοπα, σύμφωνα με την προτροπή του απ. Παύλου « αδιαλείπτως προσεύχεσθε» . Φυσικά την «ευχή» αυτή μπορούμε να την λέμε και χωρίς κομποσκοίνι., με το νου μας και μάλιστα όσο συχνότερα είναι δυνατό. Η προσευχή, που είναι η συνομιλία με το Θεό, μας χαρίζει ηρεμία , ψυχική γαλήνη και διώχνει το άγχος από τη ζωή μας.

Τί είναι η «εν Χριστώ» απλότητα;- Γέρων Ιωσήφ Βατοπαιδινός († 2009)



monk-213Είναι δύσκολο να μιλήσει κανείς για την αρετή, ή μάλλον για τη θεοείδεια αυτήν, που μόνο όσοι την κέρδισαν και την πάσχουν μπορούν να μας ανα­φέρουν κάτι σχετικό. Ω μακάρια απλότητα, το έν­δυμα και το σώμα της απάθειας και της τελειότη­τας και ο χώρος όπου αρέσκεται να κατοικεί ο Θε­ός!
Γι’ αυτή μίλησε ο Κύριός μας και την αναζήτησε στους ανθρώπους, αλλά τη βρήκε μόνο στα νήπια, στα «παιδία», που είναι άκακα και απλά και μας απείλησε, τρόπον τινά, ότι αν δεν την αποκτήσουμε στη ζωή αυτή, δεν θα γίνουμε δεκτοί στη βασιλεία του.
Όλα τα ιδιώματα της αγάπης, όπως ο απ. Παύλος τα περιγράφει, τα διαποτίζει η απλότητα. Αλλά και ο προ της πτώσεως άνθρωπος αυτήν είχε ζυμωμένη στην ύπαρξή του, γι’ αυτό και απουσίαζε ολοκληρωτικά απ’ αυτόν η πονηριά, η ιδιοτέλεια, η σκοπιμότητα, η έπαρση, η αποστροφή και η κατάρα του εγωισμού.
Όποιος αναζητά την απλότητα και θέλει να την κατακτήσει, ας αρχίσει να ξεριζώνει γρήγορα και με θάρρος τον καταραμένο εγωισμό και όλο το σύ­στημα της ιδιοτέλειας και της αυταρέσκειας, το ζό­φο της πονηριάς και τα συναφή, και ας αγκαλιάσει απόλυτα την πίστη προς το Θεό. Αυτός με τη σειρά του θα μεριμνά για μας και θα μας βαστάζει· θα μας χαρίσει μάλιστα και τη δύναμη να νικήσουμε την υποκρισία, την προσποίηση, τη «σχηματοφάνεια», τις ολέθριες αυτές κακίες, που καθημερινά μας απειλούν.

(Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, Συζητήσεις στον Άθωνα, Ψυχωφελή Βατοπαιδινά 13, σ. 123-124)
Πηγή:vatopedi.gr

Τετάρτη 13 Μαΐου 2015

Ἑρμηνεία τοῦ Ψαλτηρίου. Τό κίνημα τοῦ ἀθεϊσμοῦ. Μητροπολίτης Γόρτυνος Ἰερεμίας

Ὁ 2ος Ψαλμός
Τό κίνημα τοῦ ἀθεϊσμού
Μητροπολίτης Γόρτυνος Ἰερεμίας

1. Στά κηρύγματά μας, ἀδελφοί μου χριστιανοί, ἑρμηνεύουμε τούς ψαλμούς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, οἱ ὁποῖοι ἔχουν κυριαρχική θέση στήν λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας. Δέν ὑπάρχει λειτουργική ἀκολουθία χωρίς ἱερό ψαλμό. Στό σημερινό μου κήρυγμα θά σᾶς ἑρμηνεύσω τόν 2ο ψαλμό.
Στόν ψαλμό αὐτόν παριστάνονται ἔθνη καί λαοί νά διοργανώνουν ἕνα ἐπαναστατικό κίνημα ἐναντίον ποίου; Ἐναντίον τοῦ Θεοῦ Πατέρα καί τοῦ Υἱοῦ του Ἰησοῦ Χριστοῦ!... «Κατά τοῦ Κυρίου καί κατά τοῦ Χριστοῦ Αὐτοῦ», λέγει ὁ ψαλμός (στίχ. 2). Βέβαια ἀπό τήν ἀρχή ὁ ψαλμωδός βλέπει ὅτι τό κίνημα αὐτό θά καταλήξει στό «τίποτα», γι᾽ αὐτό καί ἀπορώντας λέγει: «Ἱνατί ἐφρύαξαν ἔθνη καί λαοί ἐμελέτησαν κενά;» (στίχ. 1).
Ὁ ψαλμός μας λέει γιά ποιό λόγο τά ἔθνη καί οἱ λαοί αὐτοί τά βάζουν μέ τόν Θεό Πατέρα καί μέ τόν Χριστόν Του. Τά βάζουν ἐναντίον τοῦ Θεοῦ γιατί δέν θέλουν τήν ὑποταγή σ᾽ Αὐτόν.
Θέλουν νά διαρρήξουν κάθε δεσμό μέ τόν Θεό. Θέλουν νά εἶναι ἄθεοι καί ἄπιστοι.
 Γι᾽ αὐτό καί λένε καί διακηρύττουν: «Διαρρήξωμεν τούς δεσμούς αὐτῶν καί ἀπορρίψωμεν ἀφ᾽ ἡμῶν τόν ζυγόν αὐτῶν» (στίχ. 3). Σάν νά ἔλεγαν: Φύγε, Θεέ, ἀπό πάνω μας!... Ὁ Θεός ἀπό ψηλά, χριστιανοί μου, βλέπει τό κίνημα αὐτό τῶν ἀνοήτων ἀνθρώπων, πού τά βάζουν ἐναντίον Του καί τό ἀντιπαρέρχεται μέ ἕνα «μειδίαμα», ὅπως λέγει ὁ ψαλμός μας: «Ὁ κατοικῶν ἐν οὐρανοῖς ἐκγελάσεται αὐτούς» (στίχ. 4).
Ὅμως, ἄν αὐτοί οἱ ἀνόητοι, οἱ ἄθεοι καί οἱ ἄπιστοι, συνεχίσουν τό ἐπαναστατικό τους κίνημα κατά τοῦ Θεοῦ, τότε ὁ Θεός δέν θά περιοριστεῖ στό ἁπλό μειδίαμα, ἀλλά, ὅπως λέγει ὁ ψαλμός μας, τότε «λαλήσει πρός αὐτούς ἐν ὀργῇ Αὐτοῦ καί ἐν τῷ θυμῷ Αὐτοῦ ταράξει αὐτούς» (στίχ. 5)!

2. Τώρα ἐμφανίζεται στόν ψαλμό μας νά ὁμιλεῖ ὁ Ἴδιος ὁ Μεσσίας, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, πού γνωρίζουμε στήν Καινή Διαθήκη. Ὁμιλεῖ καί λέγει γιά τόν Ἑαυτό Του ὅτι χρίστηκε ἀπό Αὐτόν τόν Θεόν καί καταστάθηκε ἀπό Αὐτόν βασιλεύς στήν Σιών. Λέγει: «Ἐγώ δέ κατεστάθην βασιλεύς ὑπ᾽ Αὐτοῦ, ἐπί Σιών ὄρος τό ἅγιον Αὐτοῦ» (στίχ. 6). Καί ἀκόμη λέγει ὁ Μεσσίας γιά τόν σκοπό τῆς ἐγκαταστάσεώς Του ὡς βασιλέως τῆς Σιών. Καί ὁ σκοπός εἶναι νά ἐξαγγείλει τό πρόσταγμα τοῦ Θεοῦ. «Διαγγέλλων τό πρόσταγμα Κυρίου» (στίχ. 7).
Ποιό εἶναι αὐτό τό «πρόσταγμα τοῦ Κυρίου», πού ἔρχεται ὁ Μεσσίας νά ἐξαγγείλει; Εἶναι ὁ Νόμος τοῦ Θεοῦ, χριστιανοί μου. Ἀλλά ἐπειδή ὑπῆρχε στήν Παλαιά Διαθήκη ὁ Νόμος τοῦ Θεοῦ, πού δόθηκε διά τοῦ Μωυσέως, ἄρα τώρα ὁ Μεσσίας θά ἐξαγγείλει νέο Νόμο, τό ἅγιο Εὐαγγέλιό Του. Ἀκόμη ὁ ψαλμός μας ἐδῶ μᾶς λέει γιά τήν σχέση, τήν στενή σχέση, πού ἔχει ὁ Μεσσίας, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, μέ τόν Θεό.
Εἶναι Υἱός Του, πού γεννήθηκε ἀπό τήν οὐσία Του. Γι᾽ αὐτό καί ἐδῶ στόν ψαλμό μας μέ πανηγυρικό τόνο ὁ Μεσσίας λέγει: «Κύριος εἶπε πρός με Υἱός Μου εἶ Σύ, Ἐγώ σήμερον γεγέννηκά Σε» (στίχ. 7). Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἀγαπητοί μου, εἶναι Υἱός τοῦ Θεοῦ καί γεννήθηκε ἀπό τόν Θεό Πατέρα πρό πάντων τῶν αἰώνων, ὅπως τό λέγουμε στό «Πιστεύω» μας. Αὐτήν τήν προαιώνια γέννηση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ δηλώνουν οἱ λόγοι τοῦ Θεοῦ πρός Αὐτόν, πού εἴπαμε παραπάνω: «Υἱός Μου εἶ Σύ, Ἐγώ σήμερον γεγέννηκά Σε».
Καί ἀφοῦ ὁ Μεσσίας ἔλαβε ὡς ἄνθρωπος τέτοια ἐξουσία καί τέτοια δύναμη ἀπό τόν Θεό, ἄρα τό βασίλειό Του, δηλαδή ἡ Ἐκκλησία Του, εἶναι παγκόσμια. Εἶναι «καθολική», δηλαδή εἶναι σέ ὅλο τόν κόσμο, ὅπως τό λέμε καί στό «Πιστεύω» μας. Αὐτήν τήν παγκοσμιότητα τοῦ Μεσσία ἐκφράζει ὁ ψαλμός μας ἐδῶ παρουσιάζοντας τόν Θεό Πατέρα νά λέγει πρός Αὐτόν: «Δώσω Σοι ἔθνη τήν κληρονομίαν Σου καί τήν κατάσχεσίν Σου τά πέρατα τῆς γῆς» (στίχ. 8).
 Εἶναι αὐτό πού εἶπε ὁ ἀναστάς Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός στούς μαθητές Του: «Ἐδόθη Μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς» (Ματθ. 28,18). Βέβαια, τήν ἐξουσία αὐτή τοῦ Μεσσία δέν θά τήν ἀναγνωρίζουν ὅλοι καί δέν θά ὑποτάσσονται ὅλοι σ᾽ Αὐτόν. Θά ὑπάρχουν καί οἱ ὑβριστές καί οἱ ἐπαναστατοῦντες ἐναντίον Του, ὅπως τό βλέπουμε καί στόν 2ο ψαλμό πού ἑρμηνεύουμε.
Γιατί εἴπαμε ἀπό τήν ἀρχή ὅτι ὁ ψαλμωδός βλέπει ἔθνη καί λαούς νά στρέφονται κατά τοῦ Θεοῦ καί κατά τοῦ Μεσσία (στίχ. 1-2).
Ἀλλά, ἄς καθήσουν φρόνιμα καί ἄς μήν ἐνεργοῦν ἀσύνετα τά ἔθνη καί οἱ λαοί καί μεμονωμένα ἄτομα πού στρέφονται κατά τοῦ Μεσσία, κατά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Γιατί ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Μεσσίας τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, παριστάνεται ἐδῶ νά κρατεῖ στά χέρια Του «ράβδο σιδηρά», γιά νά συντρίψει «ὡς σκεύη κεραμέως» ὅσους ἐναντιοῦνται σ᾽ Αὐτόν (στίχ. 9). Ἄς φοβηθοῦν λοιπόν οἱ ἐναντιούμενοι κατά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας Του, γιατί ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι Θεός.
 Μακροθυμεῖ μέν στήν ἀρχή, «ἐκγελάσεται αὐτούς», ὅπως λέγει ὁ ψαλμός μας (στίχ. 4), γιά νά δώσει καιρό μετανοίας στούς ἀπίστους καί ἀθέους, ἀλλά, ὅταν αὐτοί συνεχίζουν τήν ἀθεϊστική τους πολεμική, τότε ὁ Ἰησοῦς Χριστός «λαλήσει πρός αὐτούς ἐν ὀργῇ Αὐτοῦ καί ἐν τῷ θυμῷ Αὐτοῦ ταράξει αὐτούς» (στίχ. 5).
Τότε ὁ Ἰησοῦς Χριστός μέ τήν σιδηρά ράβδο Του «ὡς σκεύη κεραμέως συντρίψει αὐτούς» (στίχ. 9). Καί ἄς φοβηθοῦμε ὅλοι ὅσοι συνεχίζουμε νά ἁμαρτάνουμε, ἐναντιούμενοι ἔτσι κατά τοῦ Θεοῦ, ἄς φοβηθοῦμε ὅλοι, λέγω, τό «σιδερένιο μπαστούνι τοῦ Θεοῦ», πού ἔλεγε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός.

3. Τέλος, ἀγαπητοί μου, ὁ ποιητής τοῦ ψαλμοῦ στρέφεται πρός αὐτούς πού διοργάνωσαν τό ἐπαναστατικό κίνημα κατά τοῦ Θεοῦ καί κατά τοῦ Υἱοῦ Του, τοῦ Μεσσία, καί τούς λέγει νά ἔχουν σύνεση («σύνετε», στίχ. 10), νά ἀποκτήσουν τήν παιδεία τοῦ Θεοῦ («παιδεύθητε», στίχ. 10 «δράξασθε παιδείας», στίχ. 12) καί νά ὑποταγοῦν στόν Θεό μέ πλήρη ὑποταγή σ᾽ Αὐτόν («δουλεύσατε τῷ Κυρίῳ ἐν φόβῳ», στίχ. 11), «μή ποτε ὀργισθῇ Κύριος... ὅταν ἐκκαυθῇ ἐν τάχει ὁ θυμός Αὐτοῦ», στίχ. 13. Ἀλλοίμονο σέ ὅσους τά βάζουν μέ τόν Θεό καί χαρά καί εὐτυχία σέ ἐκείνους πού ὑποτάσσονται σ᾽ Αὐτόν. «Μακάριοι πάντες οἱ πεποιθότες ἐπ᾽ Αὐτῷ», ὅπως λέγει στό τέλος του ὁ ψαλμός μας (στίχ. 13).


Μέ πολλές εὐχές,
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμία

Κυριακή 10 Μαΐου 2015

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΙΩΣΗΦ ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ : ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΕΥΧΗ ΝΑ ΛΕΤΕ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΚΑΙ ΘΑ ΔΕΙΤΕ ΘΑΥΜΑΤΑ


41

Λοιπόν βιάσου. Λέγε διαρκώς την ευχή. Να μη σταματά καθόλου το στόμα. Έτσι θα την συνηθίσεις μέσα σου και κατόπιν θα την παραλάβει ο νους. Μη ξεθαρρεύεις στους λογισμούς, διότι γίνεσαι μαλθακός και μολύνεσαι.
«Ευχή, βία φύσεως διηνεκής», και θα δεις πόση Χάρη θα λάβεις…
Η ζωή του ανθρώπου, παιδί μου, είναι θλίψη, διότι είναι στην εξορία. Μη ζητείς τελεία ανάπαυση. Ο Χριστός μας σήκωσε το σταυρό, και μείς θα σηκώσουμε. Όλες τις θλίψεις εάν τις απομένουμε, βρίσκομε Χάρη παρά Κυρίου.
Γι’ αυτό μας αφήνει ο Κύριος να πειραζόμαστε, για να δοκιμάζει το ζήλο και την αγάπη που έχουμε προς αυτόν. Γι’ αυτό χρειάζεται υπομονή. Χωρίς υπομονή δεν γίνεται ο άνθρωπος πρακτικός, δεν μαθαίνει τα πνευματικά, δεν φθάνει σε μέτρα αρετής και τελειώσεως.
Αγάπα τον Ιησού και λέγε αδιάλειπτα την ευχή και αυτή θα σε φωτίζει στο δρόμο του
Πρόσεχε να μην κατακρίνεις. Διότι από αυτό παραχωρεί ο Θεός και φεύγει η Χάρη και σε αφήνει ο Κύριος να πέφτεις, να ταπεινώνεσαι, να βλέπεις τα δικά σου σφάλματα. Αλλ’ όταν υποχωρεί η Χάρη για να δοκιμαστεί ο άνθρωπος, τότε γίνονται όλα σαρκικά και πέφτει η ψυχή. Συ όμως τότε μη χάνεις την προθυμία σου, άλλα φώναζε διαρκώς την ευχή με βία, με το ζόρι, με πόνο πολύ.
«Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Και πάλι και πολλές φορές, το ίδιο συνεχώς. Και σαν να ατενίζεις νοερά τον Χριστό να του λέγεις• «…Δόξα σοι, δόξα σοι, ο Θεός μου». Και υπομένοντας, πάλι θα έλθει η Χάρη, πάλι η χαρά. Όμως και πάλι ο πειρασμός και η λύπη, η ταραχή και τα νεύρα. Αλλά και πάλιν αγώνας, νίκη, ευχαριστία. Και αυτό γίνεται μέχρις ότου σιγά-σιγά καθαρίζεσαι από τα πάθη και γίνεσαι πνευματικός…
Η άσκηση, παιδί μου, θέλει στερήσεις. Θέλει αγώνα και κόπο πολύ. Θέλει να φωνάζεις μέρα και νύκτα στον Χριστό. Θέλει υπομονή σε όλους τους πειρασμούς και τις θλίψεις. Θέλει να πνίξεις θυμό και επιθυμία.
Θα κουρασθείς πολύ, μέχρι να καταλάβεις ότι προσευχή χωρίς προσοχή και νήψη είναι χάσιμο χρόνου· κόπος χωρίς πληρωμή. Πρέπει σε όλες τις αισθήσεις μέσα έξω να βάλεις άγρυπνο φύλακα την προσοχή διότι χωρίς αυτήν ο νους και οι δυνάμεις της ψυχής διαχέονται στα μάταια και συνήθη, σαν το άχρηστο νερό που τρέχει στους δρόμους. Ποτέ κανένας δεν βρήκε προσευχή χωρίς προσοχή και νήψη. Κανένας ποτέ δεν αξιώθηκε να ανεβεί προς τα άνω χωρίς πρώτα να καταφρονήσει τα κάτω.

Σάββατο 2 Μαΐου 2015

ςΣτα Βήματα Του Αποστόλου Παύλου

Στα Βήματα Του Αποστόλου Παύλου | www.monasteriesingreece.gr
Απόστολος Παύλος | www.monasteriesingreeece.gr
Καβάλα | www.monasteriesingreece.gr
Φίλιπποι  | www.monasteriesingreece.gr
Ιερός Ναός Αποστόλου Παύλου  | www.monasteriesingreece.gr
Βήμα του Αποστόλου Παύλου, Βέροια  | www.monasteriesingreece.gr
Ιερός Ναός του Αγίου Στεφάνου, στο Μεγάλο Μετέωρο  | www.monasteriesingreece.gr

Στα Βήματα Του Αποστόλου Παύλου

0.0/5 κατάταξη (0 ψήφοι)

Description

1η Ημέρα

Αναχωρούμε από Αθήνα με προορισμό την Καβάλα. Στο ύψος της Λαμίας κάνουμε στάση για καφέ και συνεχίζουμε για Λάρισα. Τέμπη μια δεύτερη στάση για φαγητό έξω από την πόλη της Κατερίνης, Θεσσαλονίκη, Ξάνθη, άφιξη στην Καβάλα, τακτοποίηση στο ξενοδοχείο. Διανυκτέρευση.

2η Ημέρα

Καβάλα, Φίλιπποι, Αμφίπολη, Θεσσαλονίκη άφιξη, τακτοποίηση στο ξενοδοχείο.
Καβάλα
Το όραμα που είδε ο Απόστολος Παύλος στον ύπνο του, ενώ βρισκόταν στην Τρωάδα, έναν ψηλό εντυπωσιακό Μακεδόνα να στέκεται μπροστά του και να τον παρακαλεί «διαβάς εις Μακεδονίαν βοήθησον ημίν», ήταν η απαρχή της σωτήριας σχέσης του με τους Έλληνες. Το χειμώνα του 49 μ.Χ. ο Παύλος αποβιβάζεται για πρώτη φορά σε ευρωπαϊκό έδαφος, στη Νεάπολη, περιοχή του Αγίου Νικολάου και ακολουθώντας την Εγνατία Οδό, κατευθύνεται αμέσως προς τους Φιλίππους. Τον συνοδεύουν ο Σίλας, ο Τιμόθεος και ο γιατρός Λουκάς ο Ευαγγελιστής και συγγρα­φέας των Πράξεων των Αποστόλων.
Φίλιπποι
Στο άκουσμα του ερχομού του, έχουν συγκεντρωθεί γυναίκες οι οποίες ακούν πρώτες σε όλη την Ευρώπη τη διδα­σκαλία του. Ανάμεσά τους η Λυδία, μια ευσεβής γυναίκα με καταγωγή από τα Θυάτειρα της Μ. Ασίας, είναι η πρώτη που βαπτίζεται χριστιανή και έπειτα θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο με αποφασιστικότητα στη διάδοση του Θείου Λόγου. Στους Φιλίππους ο Παύλος και ο Σίλας κατηγορούνται ως πρόξενοι ανωμαλίας. Οι δύο άντρες ραβδίζονται και φυλακίζονται, αλλά τρο­μερός σεισμός προκαλεί τη νύχτα πανικό. Οι πόρτες της φυλακής ανοίγουν και ο δεσμοφύλακας αποπειράται να αυτοκτονήσει, οι Απόστολοι των εμποδίζουν με αποτέλεσμα να ενστερνιστεί την πίστη στο Θεό, βαπτίζεται με όλη την οικογένειά του και τους φιλοξενεί σπίτι του. Οι Απόστολοι διέρχονται από την κατοικία της Λυδίας και αναχωρούν για τη Θεσσαλονίκη.

3η Ημέρα

Θεσσαλονίκη, Βέροια, άφιξη, τακτοποίηση στο ξενοδοχείο.
Θεσσαλονίκη
Με την άφιξη τους, το φθινόπωρο του 49, ο Απόστολος Παύλος και ο Σίλας στη Θεσσαλο­νίκη, βρίσκουν τη συναγωγή κοντά στο λιμάνι. Εκεί πηγαίνει ο Παύλος για τρία συνε­χόμενα Σάββατα ,όπου συζητεί με τους παρευρισκομένους και τους ερμηνεύει αποσπά­σματα από την Αγία Γραφή, που αναφέρουν πως ο Χριστός έπρεπε να σταυρωθεί και να αναστηθεί εκ νεκρών. Αρκετοί έγιναν μαθητές του Παύλου και του Σίλα ταυτόχρονα πίστεψαν πάρα πολλοί Έλληνες, τόσο άνδρες όσο και αρκετές γυναίκες. Εδώ θα ιδρυθεί και Εκκλησία. Στη Θεσσαλονίκη, όπως και στους Φιλίππους γρήγορα αρχίζουν να δημιουργούνται προβλήματα και να προκαλούνται ταραχές εξαιτίας της δραστηριότητας του Παύλου. Τη νύχτα ο Παύλος και ο Σίλας απομακρύνονται από τη Θεσσαλονίκη κυνηγημένοι από τους συμπατριώτες τους. Στο σημείο των τειχών απ’ όπου διέφυγε, σαν τεκμήριο της επίσκεψης του Αποστόλου Παύλου στη Θεσσαλονίκη, της διδασκα­λίας του και των καρπών που προέκυψαν από τη σπορά του, κτίστηκε ναός στη μνήμη του.
Βέροια
Φυγαδεύονται από τους χριστιανούς στην Βέροια και κατευθύνονται στη συναγωγή. Οι Ιουδαίοι της Βέροιας, πιο ευγενικοί από εκείνους της Θεσσαλονίκης, με ενδιαφέρον ακούν τη διδασκαλία του Ευαγγελίου από τον Παύλο. Σύντομα όμως φθάνουν στη Θεσ­σαλονίκη ειδήσεις για τη δραστηριότητα του Παύλου. Οι εκεί εχθροί του στέλνουν ανθρώπους να δημιουργήσουν ταραχές. Αμέσως οι σύντροφοι του τον οδηγούν μακριά και από τη Βέροια. Ωστόσο ο Τιμόθεος και ο Σίλας παραμένουν.
Το σημείο, όπου στάθηκε ο Παύλος και κήρυξε το Ευαγγέλιο προς τους Βεροιείς, το λεγόμενο «Βήμα του Αποστόλου Παύλου», έχει διαμορφωθεί επιβλητικά στις ημέρες μας.

«ΠΑΝΤΟΤΕ ΧΑΙΡΕΤΕ»




    Ο απόστολος Παύλος, γράφοντας στους Θεσσαλονικείς, για διάφορα πνευματικά θέματα που έχουν σωτηριολογική σπουδαιότητα, τους συμβουλεύει μεταξύ άλλων· «Πάντοτε χαίρετε» (Α΄ Θεσ. 5,16). Την συμβουλή του αυτή την επαναλαμβάνει σε αρκετά σημεία των επιστολών του. Έτσι στους Φιλιππησίους γράφει· «Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε. πάλιν ερώ, χαίρετε» (Φιλιπ. 4,4). Συμβουλεύει δε και προστάζει, με επιμονή και με επαναλήψεις, τα όσα είπε στους Θεσσαλονικείς. Και δεν το κάνει αυτό ευκαιριακά και παρεμπιπτόντως, αλλά συστηματικά και ενσυνείδητα, δικαιολογούμενος συγχρόνως γι’ αυτή την επιμονή του. «Το λοιπόν αδελφοί μου, χαίρετε εν Κυρίω. Τα αυτά γράφειν υμίν εμοί μεν ουκ οκνηρόν, υμίν δε ασφαλές» (Φιλιπ. 3,1). «Λοιπόν, αδελφοί, χαίρετε…και ο Θεός της αγάπης και ειρήνης έσται μεθ’ υμών» (Β΄ Κορ. 13,11). «Ο δε Θεός της ελπίδος πληρώσαι υμάς πάσης χαράς και ειρήνης…» (Ρωμ. 15,13). Συνολικά δηλαδή σε πέντε χωρία μιλά και εντέλλεται για το θέμα της χαράς. Στα τελευταίο χωρίο δεν παραινεί ούτε συνιστά, αλλά εύχεται να πληρωθούν «πάσης χαράς».
    Γιατί ο απόστολος Παύλος είναι τόσο φορτικός στο θέμα της χαράς; Και γιατί μεταξύ άλλων θρησκευτικών αρετών και χαρισμάτων (όπως είναι η αγάπη, η ειρήνη, η πίστη, η ελεημοσύνη, η προσευχή, η εγκράτεια κ.τ.λ.) συμβουλεύει και απαιτεί και εύχεται ν’ αποκτήσουν οι χριστιανοί τη χαρά; Διότι όπως λέγει ο ίδιος σε άλλα σημεία των επιστολών του, η χαρά είναι στοιχείο της Βασιλείας του Θεού και καρπός του Αγίου Πνεύματος. «Ου γαρ εστίν η βασιλεία του Θεού βρώσις και πόσις, αλλά δικαιοσύνη και ειρήνη και χαρά εν Πνεύματι Αγίω» (Ρωμ.14,18). «Ο δε καρπός του Πνεύματός εστιν αγάπη, χαρά, ειρήνη…» (Γαλ. 5,22). Συνεπώς εάν θέλουμε να δούμε αν κάποιος έχει Πνεύμα Άγιο και αν ζει από τώρα στην ατμόσφαιρα της βασιλείας του Θεού, ας μην ερευνήσουμε μόνο εάν νηστεύει, εάν προσεύχεται, εάν αγρυπνεί, εάν είναι ελεήμων, αγνός κ.τ.λ., αλλά και εάν είναι χαρούμενος. Και όταν πηγαίνουμε στο μυστήριο της εξομολογήσεως και αναφέρουμε τις ελλείψεις και τις πτώσεις μας, εάν υστερούμε στο θέμα της βιώσεως της χαράς, τότε να το αναφέρουμε με συντριβή και ταπείνωση αλλά και αποφασισμένοι να κάνουμε το παν για ν’ αποκτήσουμε το μεγάλο αυτό αγαθό.

    Πως όμως θα επιτευχθεί η χαρά και μάλιστα «πάντοτε», όπως ζητά ο απόστολος Παύλος, όταν μύρια κακά υπάρχουν; Όταν αυτά που προξενούν τη χαρά δεν εξαρτώνται από εμένα; Ούτε έχω τη δυνατότητα εγώ να τα ρυθμίσω και να τα τροποποιήσω; Ο Μ. Βασίλειος διευκρινίζει ότι όταν λέγει ο Παύλος «Πάντοτε χαίρετε», δεν απευθύνεται στον οποιονδήποτε, αλλά σε εκείνον που ζει όπως και ο Παύλος. Που ζει εν Χριστώ και όχι κατά σάρκα (Γαλ. 9,20). Έχει νεκρώσει τα μέλη τα επί της γης (Κολ. 3,5). Έχει την νέκρωση του Ιησού στο σώμα του (Β΄ Κορ. 4,10).  Που θεωρεί σκοπό της ζωής του το Χριστό και το ν’ αποθάνει κέρδος, αφού θα βρεθεί πιο γρήγορα κοντά του (Φιλιπ. 1,21). Αυτόν τον άνθρωπο, η λύπη δεν μπορεί όχι μόνο να τον κυριεύσει και να τον γονατίσει, αλλά ούτε καν να τον αγγίξει. Διότι δεν είναι τα γεγονότα που δημιουργούν χαρά ή λύπη αλλά η διάθεση που τα αντιμετωπίζουμε. Δεν υπόκειται η ευτυχία ή η δυστυχία στις εξωτερικές συνθήκες που αντιμετωπίζουμε, αλλά στο πια θεώρηση έχουμε για τη ζωή. Ποια είναι τα οράματα και τα ιδανικά μας, οι στόχοι μας και οι σκοποί μας. Το ίδιο πράγμα να πάθουν 100 άτομα θα νοιώσουν  διαφορετικά αισθήματα και θ’ αντιδράσουν διαφορετικά.
    Επομένως, ο απόστολος Παύλος λέγοντας «πάντοτε χαίρετε», δεν κάνει τίποτα άλλο, από το να μας καλεί ν’ αποκτήσουμε «νουν Χριστού» και να βιώσουμε τις «παράλογες» για την ανθρώπινη λογική εντολές του ευαγγελίου. Είναι χαρακτηριστικό ότι ένα χωρίο πριν πει το «πάντοτε χαίρετε» λέγει το εξής· «Να προσέχετε να μην ανταποδώσει κανείς σε κάποιον κακό για κακό, αλλά πάντοτε να επιδιώκετε το καλό και μεταξύ σας και προς όλους» (Α΄ Θεσ. 5,16). Όποιος έχει τη δύναμη και την ψυχική ανωτερότητα, να ζει και να εφαρμόζει την εντολή αυτή, μπορεί πάντοτε να είναι χαρούμενος. Και αμέσως μετά αφού πει «πάντοτε χαίρετε» συνεχίζει λέγοντας· «αδιαλείπτως προσεύχεσθε, εν παντί ευχαριστείτε». Δηλαδή η συνεχής χαρά, είναι συνδεδεμένη με τη συνεχή προσευχή και τη συνεχή ευχαριστία προς το Θεό, ασχέτως εξωτερικών συνθηκών και γεγονότων που αντιμετωπίζουμε. Παρατηρεί ο ιερός Χρυσόστομος· «Αφού έδωσε την εντολή ‘πάντοτε χαίρετε’ δίνει και τον τρόπο που θα πετύχουμε την εφαρμογή της. Ο τρόπος είναι συνεχής προσευχή και συνεχής ευχαριστία». Όπως λέγει ο ευαγγελιστής Ιωάννης «αιτείτε και λήψεσθε, ίνα η χαρά υμών η πεπληρωμένη» (Ιω. 16,24). Και όπως συνιστά πάλι ο Παύλος στην προς Φιλιππησίους επιστολή του, όπου αμέσως μετά την προτροπή «Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε. πάλιν έρω, χαίρετε», λέγει· «Να μην έχετε καμία αγωνία (κανένα άγχος), αλλά σε κάθε περίσταση να απευθύνετε τα αιτήματα σας στο Θεό με την προσευχή και τη δέηση, που θα συνοδεύονται με ευχαριστία» (Φιλιπ. 4,6). 

    Για να κατανοήσουμε την εντολή του αποστόλου Παύλου «πάντοτε χαίρετε» θα πρέπει να σκεφθούμε και τι είναι χαρά για την αγία Γραφή.
Ο Μ. Βασίλειος πολύ σοφά παρατηρεί ότι «γέλωτα η αγία Γραφή εννοεί, όχι τον θόρυβο που προκαλείται από τα μάγουλα με τον αναβρασμό του αίματος, αλλά την καθαρά και αμιγή από κάθε σκυθρωπότητα γλυκύτητα».
    Συνεπώς χαρά είναι η αισιοδοξία. Η ηρεμία της ψυχής. Η έλλειψη άγχους και ανασφάλειας. Η πίστη ότι ο Θεός κυβερνά τον κόσμο και δεν είναι «απρονόητα τα ημέτερα». Η πίστη και η βεβαιότητα ότι θα σταυρωθούμε, αλλά τελικά θα νικήσουμε· θα πεθάνουμε, αλλά θα αναστηθούμε· θα πονέσουμε κάποτε, αλλά αυτός ο πόνος και ελεγχόμενος και σχετικός και παροδικός θα είναι, εφ’ όσον ζούμε και πολιτευόμαστε κατά Χριστόν, και θα μας δοξάσει υπερβολικά και απροσδόκητα. Διότι λέγει ο Παύλος· «Τα παθήματα της παρούσας ζωής δεν είναι τίποτα μπροστά στη δόξα που πρόκειται να φανερωθεί σ’ εμάς» (Ρωμ. 8,18). Και όπως συμπληρώνει ο ίδιος στην Β΄ προς Κορινθίους (4,17)· «Η στιγμιαία ελαφρά θλίψη μας προετοιμάζει αιώνιο βάρος δόξας». Επομένως αυτά που είναι λυπηρά στους άλλους, στους πιστούς επιφέρουν πρόσθετη ευφροσύνη.
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ