Πέμπτη 2 Ιουλίου 2020

Η βαθύτερη σημασία τῆς ἐλεημοσύνης Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς

Αγίου  Νικολάου Βελιμίροβιτς
Ὁ Θεὸς ζητᾶ ἀπὸ μᾶς νὰ δίνουμε ἐλεημοσύνη, ὥστε μ᾽ αὐτὸν τὸν τρόπο νὰ μαλακώσουν οἱ καρδιές μας, νὰ γίνουν πιὸ σπλαγχνικές. Θὰ μποροῦσε ὁ Θεὸς μὲ τὴν παντοδυναμία Του νὰ κάνει διὰ μιᾶς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους πλούσιους, χορτασμένους, ντυμένους κι εὐχαριστημένους. Ἀλλ᾽ ἀφήνει τοὺς ἀνθρώπους νὰ δοκιμάσουν τὴν πείνα καὶ τὴ δίψα, τὴν ἀρρώστια, τὴ φτώχεια καὶ τὴ δυστυχία γιὰ δύο λόγους. Πρῶτα, ὥστε ἐκεῖνοι ποὺ ὑποφέρουν ἀπ᾽ ὅλα αὐτὰ νὰ μπορέσουν ἔτσι νὰ μαλακώσουν τὴν καρδιά τους, νὰ γίνουν πιὸ σπλαγχνικοὶ καὶ νὰ ἔρθουν πιὸ κοντὰ στὸν Θεό, νὰ τὸν προσκυνήσουν μὲ πίστη καὶ προσευχή. Δεύτερο, ὥστε ὁ ἄνθρωπος μέσα ἀπὸ τὰ δικά του βάσανα νὰ κατανοήσει καὶ τοὺς ἄλλους, μὲ τὴν ταπείνωσή του νὰ κατανοήσει τὴν ταπείνωση τῶν ἄλλων. Ἔτσι θὰ καταλάβει τὴν ἀδελφότητα καὶ τὴν ἑνότητα ὅλων τῶν ἀνθρώπων μέσα ἀπὸ τὸν Ζῶντα Θεό, τὸν Δημιουργὸ καὶ δοτήρα ὅλων τῶν ἐπιγείων ἀγαθῶν. Ὁ Θεὸς ζητᾶ ἀπὸ μᾶς νὰ γίνουμε ἐλεήμονες, νὰ ἔχουμε πάνω ἀπ᾽ ὅλα ἔλεος. Γνωρίζει πὼς τὸ ἔλεος εἶναι ὁ τρόπος γιὰ ν᾽ ἀποκαταστήσει ὁ ἄνθρωπος τὴν πίστη στὸν Θεό, τὴν ἐλπίδα στὸν Θεὸ καὶ τὴν ἀγάπη γιὰ τὸν Θεό.
Αὐτὴ εἶναι ἡ ἐξωτερικὴ ἑρμηνεία. Ἡ δεύτερη ἔχει νὰ κάνει μὲ τὸν Χριστὸ μέσα μας. Σὲ κάθε καθαρὴ σκέψη ποὺ ἔχουμε στὸ νοῦ μας, σὲ κάθε εὐγενικὸ συναίσθημα τῆς καρδιᾶς μας καὶ σὲ κάθε ὑψηλὴ φιλοδοξία κι ἐπιθυμία τῆς ψυχῆς μας γιὰ τὴν ἐπίτευξη τοῦ ἀγαθοῦ, ὁ Χριστὸς ἀποκαλύπτεται μέσα μας μὲ τὴ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅλες αὐτὲς τὶς ἁγνὲς σκέψεις, τὰ εὐγενικὰ συναισθήματα καὶ τὶς ὑψηλὲς φιλοδοξίες, τὶς ὀνομάζει ἐλαχίστους ἀδελφούς Του. Τὰ ὀνομάζει ἔτσι ὅλ᾽ αὐτά, ἐπειδὴ βρίσκονται μέσα μας σὲ μία ἀσήμαντη μειονότητα σὲ σύγκριση μὲ τοὺς μεγάλους ἐσωτερικοὺς ἀγροὺς ποὺ εἶναι γεμάτοι ἀπορρίμματα καὶ κακία. Ἂν ὁ νοῦς μας πεινάει γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὸν ταΐσουμε, εἶναι σὰν νὰ τρέφουμε τὸν Χριστὸ μέσα μας. Ἂν ἡ καρδιά μας εἶναι γυμνὴ ἀπὸ κάθε ἀγαθὸ κι εὐγενικὸ πράγμα ποὺ ἀνήκει στὸν Θεὸ καὶ τὴν ντύσουμε, εἶναι σὰν νὰ ντύσαμε τὸν Χριστὸ μέσα μας. Ἂν ἡ ψυχή μας εἶναι ἄρρωστη καὶ φυλακισμένη ἀπὸ τὴν κακή μας ὕπαρξη καὶ τὰ κακά μας ἔργα καὶ τὸ ἀντιληφθοῦμε αὐτὸ καὶ τὴν ἐπισκεφτοῦμε, τότε εἶναι σὰ νὰ ἐπισκεφτήκαμε τὸν Χριστὸ μέσα μας.

Ἡ θλίψη καί ἡ θεραπεία της Ἁγίου Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ

Ἁγίου Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ
H ψυχή πού ἔχει κυριευτεῖ ἀπό θλίψη χάνει κάθε καλή διάθεση, ἐξασθενεῖ καί δέν μπορεῖ οὔτε νά δεχτεῖ μία συμβουλή ἀπό κάποιο φωτισμένο ἄνθρωπο οὔτε καί νά ἀποκριθεῖ μέ ἠρεμία. Ἡ θλίψη εἶναι ἕνα σκουλήκι πού σιγοτρώει τήν καρδιά. Αὐτός πού ἔχει πολεμήσει τά πάθη του βγαίνει νικητής ἀπό τή θλίψη. Ὅμως ἐκεῖνος πού παραμένει ὑποταγμένος σέ αὐτά δέν θά ἀποφύγει τόν ἐναγκαλισμό μέ τή θλίψη. Ὅπως ἡ φωτιά καθαρίζει τόν χρυσό ἔτσι καί τό κατά Θεόν πένθος καθαρίζει τήν καρδιά τοῦ ἁμαρτωλοῦ.
Γιά τίς παθολογικές καταστάσεις ὅπως ἡ στεναχώρια καί ἡ ἀπογοήτευση ὑπάρχει θεραπεία καί εἶναι ἡ προσευχή, ἡ ἀποχή ἀπό τίς ἀνούσιες κουβέντες, ἡ χειρονακτική ἐργασία στό μέτρο τῶν δυνατοτήτων καθενός, ἡ ἀνάγνωση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί ἡ ὑπομονή. Ἡ ἀρρώστια αὐτή γεννιέται ἀπό τή μικροψυχία, τήν ὀκνηρία καί ἀπό τίς ἀνώφελες συζητήσεις.

Τέσσερις τρόποι που σκοτίζουν την ψυχή

Γέρoντα Αιμιλιανού Σιμωνοπετρίτη
Ο άνθρωπος για να έχει πνευματική ζωή, να έχει το φως στη ζωή του, πρέπει να έχει τελεία επικοινωνία με το περιβάλλον του.
Από τη στιγμή που δεν έχει αυτή την απλή, την φυσική, την άνετη εγκατάλειψη και παράδοση του εαυτού του στον άλλον, και επομένως την βίωση του άλλου ως οικείου μέλους, δεν μπορεί να έχει Θεόν. Γι’ αυτό σκοτίζεται η ψυχή, όταν κλονίζεται η σχέση της με τον Θεό.
Μίσος
Πως όμως κλονίζεται; Με το να μισεί τον πλησίον του. Το μισώ τον πλησίον έχει κατά κύριον λόγο ενεργητική έννοια και σημαίνει, κτυπώ, αρνούμαι, επιτίθεμαι εναντίον του άλλου. Εκφράζει την επιθετική διάθεση της ψυχής. Αντί να έχω φυσική σχέση με τον άλλον, να τον βάζω στην καρδιά μου, έχω το μίσος, που είναι μία έξοδος του άλλου από την καρδιά μου και από την ζωή μου.
Μίσος λοιπόν είναι να βλέπω ως έτερον τον άλλον, να τον πετάω έξω από την καρδιά μου, να μην το θεωρώ ως είναι μου. Αντί να δω ότι ο άλλος είμαι εγώ, βλέπω ότι είναι κάτι διαφορετικό. Αυτό μπορεί να είναι φυσικό για τους ανθρώπους του κόσμου, αλλά για μας, που είμαστε σώμα Χριστού, είναι αφύσικο. Το μίσος είναι εκ των μεγάλων αμαρτημάτων, διότι είναι απόρροια μεγάλης εμπαθείας και δείχνει ότι ο άνθρωπος δούλεψε πολλά χρόνια στην αμαρτία και τα πάθη, και έχει σκληρυνθεί τόσο πολύ η καρδιά του, ώστε κατά κάποιο τρόπο έγινε ανώμαλη και όχι μόνο δεν μπορεί να αγαπήσει, αλλά και μισεί. Χρειάζεται πολύ δάκρυ για να αποβάλλει κάποιος το μίσος. Δεν είναι υπόθεση μιας αποφάσεως απλώς ή αγώνος μιας μέρας. Όταν μισώ κάποιον, δεν μπορώ να πω, αποφασίζω να μην τον μισώ. Μπορώ να πω, αποφασίζω να μην τον χτυπήσω, να μην τον βλάψω, αλλά για να μην τον μισώ πλέον, χρειάζεται μια εσωτερική κάθαρσις. Το μίσος προς τον πλησίον φανερώνει μεγάλο βάθος πάθους, γι” αυτό και συσκοτίζει την ψυχή.
Εξουδένωση
Πως αλλιώς κλονίζεται η σχέση με τους άλλους;
Με την εξουδένωση. Με το να ταπεινώνεις τον άλλον. Με το να τον κρίνεις. Όταν όμως κρίνω τον άλλον, τον βγάζω πάντοτε μικρό, μηδαμινό, τίποτα. Είναι τόσος ο εγωισμός του ανθρώπου, ώστε τίποτε δεν μπορεί να σταθεί ενώπιον της κρίσεώς του, ούτε ένας Θεός, πόσο μάλλον ένας άνθρωπος. Το να θεωρώ τον άλλον ως κατώτερο, περισσότερο όμως το να το εκφράζω, είναι κεφαλαιώδες αμάρτημα.
Ζήλεια
Άλλη μορφή σχέσεώς μας με τους ανθρώπους, η οποία διαταράσσει την ειρήνη και την ενότητα, είναι η ζήλεια με όλες τις έννοιες. Ζηλεύω κάποιον από αγάπη, τον θεωρώ δικό μου και ενώνομαι αναπόσπαστα μαζί του. Η ένωση αυτή δεν είναι εν τω σώματι του Χριστού, είναι μία υποβίβαση του σώματος του Χριστού σε ανθρώπινη σχέση. Είναι επίσης μία πλήρης μοιχική εσωτερική ενέργεια. Αν πάρουμε την ζήλεια με την έννοια ότι ζηλεύω αυτόν τον άνθρωπο και τον απωθώ, τότε η ζήλεια είναι έκφραση εσωτερικής αδυναμίας αλλά και ανώμαλης αγάπης. Δηλαδή τον αγαπώ κατά τρόπο εγωιστικό και αποκλειστικό, πιστεύω ότι έχω δικαιώματα στη ζωή του και ότι αυτός έχει υποχρεώσεις απέναντί μου, ότι πρέπει να μου δίνει λογαριασμό για το που πηγαίνει και τι κάνει. Η ζήλεια λοιπόν είναι διαταραχή των σχέσεών μας λόγω περισσής εσωτερικής ψυχικής ενέργειας.
Ζήλεια είναι κάθε στροφή προς τον άλλον, που ξεκινάει από κάτι υπερβολικό, από έναν ζήλο, από μία ζέση, από μία βράση. Επομένως ζήλος μπορεί να είναι το ενδιαφέρον μου, η αγάπη μου, η φροντίδα μου να τον σώσω, να τον βοηθήσω να βγει από την αμαρτία, να γίνει παιδί του Θεού. Αυτή η ζέσις είναι ένας αφύσικος εσωτερικός οργασμός, μία αφύσικη πνευματική συσσωμάτωση.
Γογγυσμός
Το αντίθετο της ζήλειας είναι ο γογγυσμός, ο οποίος επίσης προέρχεται από αδυναμία της ψυχής. Γογγύζω σημαίνει διαμαρτύρομαι, αρνούμαι, παραπονούμαι, είμαι στενοχωρημένος, δεν ικανοποιούμαι. Αυτόν τον γογγυσμό τον εκφράζω στο περιβάλλον μου, στα γραπτά μου, στην προσευχή μου. Ζητώ λόγου χάριν, κάτι από τον άλλον, ή προσδοκώ ή απαιτώ κάτι. Δεν μου το δίνει όμως, γιατί και αυτός είναι απορροφημένος από τον δικό του αγώνα και πόθο, από την δική του σκέψη, αμαρτία, χαρά, από τη δική του ακολασία, αγιότητα ή αρετή. Τότε πέφτω σε έναν γογγυσμό, διότι περιθωριοποιούμαι στην σκέψη του. Προσεύχεται αυτός, νομίζω ότι με αφήνει μοναχό μου. Ενδιαφέρεται για μένα, νομίζω ότι δεν το έκανε από αγάπη ή ότι το έκανε ελλιπές. Ο γογγυσμός είναι το ανικανοποίητο που νοιώθουμε στη ζωή μας και προέρχεται από ένα μειονεκτικό εγώ. Η ζήλεια προέρχεται από ένα εγώ υπερτροφικό, ενώ η εξουδένωση από ένα εγώ αυτοτρεφόμενο και αυτοδυναμούμενο άνευ Θεού, που βλέπει τον άλλον κατώτερο, μηδαμινό. Το μίσος είναι η διαφοροποίηση, η απώθηση του άλλου από την ύπαρξη μας.

Η απαλλαγή μας από τον παλαιό άνθρωπο

Αρχιμ. Γεωργίου Γρηγοριάτη
Όλοι αισθανόμαστε ότι φέρουμε τα ίχνη του παλαιού ανθρώπου. Κύριο χαρακτηριστικό του είναι η φιλαυτία, δηλαδή η αρρωστημένη εγωκεντρική «αγάπη» του εαυτού μας. Η φιλαυτία δεν μας αφήνει να αγαπήσουμε αληθινά και ανιδιοτελώς το Θεό και τον άνθρωπο. Από τη φιλαυτία γεννιούνται τα πάθη. Εμπαθείς καθώς είμαστε δεν μπορούμε να συνδεθούμε απαθώς με τα άλλα ανθρώπινα πρόσωπα και τα πράγματα. Οι σχέσεις μας γίνονται εμπαθείς και εγωιστικές και μας εμποδίζουν να χαρούμε αληθινά τους συνανθρώπους μας και τα άλλα αγαθά του κόσμου. Αυτό τελικά μας οδηγεί στη μοναξιά, το κενό, το αδιέξοδο.
Όταν λοιπόν λέμε παλαιό άνθρωπο, εννοούμε τον αρρωστημένο εγωκεντρισμό, από τον οποίο όλοι μας, άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο, πάσχουμε.
Πώς θα απαλλαγούμε από αυτή τη βαριά πνευματική αρρώστια που δηλητηριάζει όλη μας την ύπαρξη;
Μόνο κάποιος ελεύθερος από την αρρώστια αυτή θα μπορούσε να γίνει ο ιατρός μας. Μόνο ένας καινός, καινούργιος άνθρωπος θα μπορούσε να δώσει και σε μας την δυνατότητα να ξεπεράσουμε την αρρώστια του παλαιού ανθρώπου και να γίνουμε και εμείς καινοί -καινούργιοι άνθρωποι.
Όλοι γνωρίζουμε ότι αυτός ο καινός άνθρωπος είναι ο Θεάνθρωπος, ο Σωτήρας μας Χριστός, που κατά τη Γραφή «αμαρτίαν ουκ εποίησεν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού».
Ο Ιησούς Χριστός από άπειρη αγάπη για μας, προσφέρεται σε μας να ενωθούμε μαζί Του και έτσι να μας μεταδώσει τη δική Του νέα ζωή.
Με το Άγιο Βάπτισμα, το Χρίσμα, τη Θεία Κοινωνία, γίνεται η ενσωμάτωσή μας στο Σώμα του Χριστού και η ζωοποίησή μας από τον Χριστό.
Κάθε Χριστιανός που μετέχει στη ζωή του Χριστού, μέσα στο σώμα Του που είναι η Εκκλησία, έχει λάβει με τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος τα σπέρματα της νέας ζωής. Πρέπει όμως και να αγωνισθεί, για να καθαρίζεται όλο και περισσότερο από τα πάθη και να στολίζεται με τις αρετές.
Ας το πούμε άπλα: Όσο ο άνθρωπος αδειάζει από τον εγωισμό του, τόσο γεμίζει με την αληθινή αγάπη και τη Χάρη του Θεού. Όσο περιορίζεται ο παλαιός άνθρωπος, τόσο αυξάνει ο καινός άνθρωπος. Αυτό το πέρασμα από τον παλαιό στον νέο άνθρωπο δεν είναι εύκολο, γιατί τα πάθη έχουν βαθιές ρίζες μέσα μας και δεν ξεριζώνονται εύκολα.
Χρειάζεται συνεχής και πολυχρόνιος αγώνας για την κάθαρση από τα πάθη. Αυτός είναι ο αγώνας της μετανοίας. Κάθε ημέρα πρέπει να μετανοούμε για την παλαιότητά μας, δηλαδή την αμαρτωλότητά μας, την εμπάθειά μας, τον εγωκεντρισμό μας, την αδυναμία μας να αγαπήσουμε ολοκληρωτικά το Θεό Πατέρα μας και τον συνάνθρωπό μας. Και κάθε ημέρα καλούμεθα να αγωνιζόμαστε για την αγάπη, την ταπείνωση, την καθαρή εξομολόγηση, την εγκράτεια, τη δικαιοσύνη, την ανεξικακία, την προσευχή.
Έτσι γίνεται σιγά – σιγά μέσα μας μια νέα πνευματική γέννηση, η γέννηση του καινού ανθρώπου που είναι χαριτωμένος με τη Χάρη του Θεού.
Όπως όμως κάθε τοκετός συνοδεύεται από ωδίνες, έτσι και η πνευματική γέννηση προϋποθέτει τις ωδίνες της μετανοίας. Όταν σταυρώνουμε τον παλαιό άνθρωπο πονάμε, αλλά τότε είναι που ανασταίνεται μέσα μας ο νέος άνθρωπος. Συσταυρωνόμαστε με το Χριστό για να συναναστηθούμε μαζί Του.
Με τον υπομονετικό λοιπόν και καθημερινό μας αγώνα της μετανοίας θα απαλλαγούμε από τον παλαιό και πτωτικό άνθρωπο και θα μεταμορφωθούμε σε καινούς ανθρώπους. Αυτό συνέβη στη ζωή των άγιων μας, οι οποίοι με τους θαυμαστούς βίους τους μάς δείχνουν τον δρόμο.

Το μυστικό της γαλήνης

Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ
Είτε περπατάς είτε κάθεσαι, είτε στέκεσαι, είτε εργάζεσαι, είτε βρίσκεσαι στην εκκλησία, άσε τη προσευχή αυτή να γλιστρήσει από τα χείλη σου: “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με”. Με τη προσευχή αυτή στην καρδιά σου θα βρεις εσωτερική ειρήνη και γαλήνη σώματος και ψυχής.

Πατερικός Λόγος

Πρέπει νά δεινοπαθήσεις γιά νά ἀποκτήσεις τήν εἰρήνη. Αὐτός πού θέλει νά εἶναι ἀρεστός στό Θεό ὀφείλει νά περάσει ἀπό δοκιμασίες.
Ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ

Ὁ Θεός δέν θέλει νά εἴμαστε ἀδρανεῖς καί γι’ αὐτό δέν κάνει τό πᾶν Αὐτός. Οὔτε ἀλαζόνες θέλει νά εἴμαστε, γι’ αὐτό δέν ἄφησε τό πᾶν σ’ ἐμᾶς.
Ὅσιος Θεόδωρος Ἐδέσσης

Πρέπει, χωρίς ἄλλο, ἐκεῖνος ὅπου ἔτυχε  τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, νά εἶναι ἐλεήμων.
Ἅγ. Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος

Ὅταν εἴμαστε ἀνίκανοι νά ἀναρριχηθοῦμε στίς βουνοκορφές τῆς ἀρετῆς, ἐκεῖνο πού πρέπει νά κάνουμε εἶναι νά κατεβοῦμε τουλάχιστον στό φαράγγι τῆς ταπεινώσεως.
Στάρετς Μακάριος

Το νόημα της μνήμη του θανάτου Αρχιμ. Γεωργίου Γρηγοριάτη

Αρχιμ. Γεωργίου Γρηγοριάτη
Η μνήμη του θανάτου μας βοηθά να ξεπεράσουμε τον παλαιό άνθρωπο γιατί φέρει ταπείνωση στη ψυχή μας. Όταν λησμονούμε το θάνατο, έχουμε την ψευδαίσθηση ότι είμαστε αιώνιοι επάνω στην γη και αυτό αυξάνει την αλαζονεία μας, την απληστία μας, τη σαρκολατρεία μας, τη διάθεση να εκμεταλλευόμαστε τους άλλους ανθρώπους. Η μνήμη του θανάτου μας δίδει την αίσθηση των ορίων μας στη γη και της σημασίας που έχουν οι πράξεις μας, οι λόγοι μας, οι σκέψεις μας για την αιωνιότητα και την μετά θάνατον ζωή.
Έτσι μας βοηθά να αντιμετωπίζουμε την παρούσα ζωή με σοβαρότητα, υπό το πρίσμα της αιωνιότητας, να μη σπαταλούμε άσωτα, απερίσκεπτα και επιπόλαια την επίγεια ζωή μας, αδιαφορώντας για τις συνέπειες.
Γι’ αυτό εκλέχθηκε από τον αρχαίο έλληνα σοφό Σωκράτη, ότι «οι ορθώς φιλοσοφούντες αποθνήσκειν μελετώσι, και το τεθνάναι ήκιστα αυτοίς ανθρώπων φοβερόν».
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος συμβουλεύει να επισκεπτόμαστε συχνά τα κοιμητήρια για να φιλοσοφούμε στη ματαιότητα των ανθρωπίνων.
Όλοι γνωρίζουμε ότι μετά από μία επίσκεψη σε κοιμητήριο είμαστε ταπεινότεροι, ευσπλαχνικότεροι, λιγότερο προσκολλημένοι στην ύλη, πιο ανοιχτοί στο Θεό και στον άνθρωπο.
Η μνήμη του θανάτου, για την οποία ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος και άλλοι άγιοι Πατέρες έχουν γράψει πολλά, δεν έχει σχέση με κάποια αρρωστημένη, μελαγχολική και νευρωτική κατάσταση. Κάτι τέτοιο δεν είναι ωφέλιμο στη ψυχή, γιατί φέρει απελπισία και πρέπει με τη βοήθεια του πνευματικού να ξεπερνιέται.
Η κατά Θεόν μνήμη του θανάτου είναι κατάσταση χαρισματική και πνευματική πού φέρει στη ψυχή ταπείνωση, ειρήνη και χαρά. Είναι δώρο του Θεού και από το Θεό πρέπει να την ζητούμε.
Πώς επιτυγχάνεται ή μνήμη του Θεού;
Όσο ο άνθρωπος ξεπερνά την εγωκεντρική ζωή και αγαπά περισσότερο το Θεό, τόσο περισσότερο σκέπτεται το Θεό.
Ο άνθρωπος σκέπτεται αυτό που τον απασχολεί και αυτό που αγαπά. Το είπε και ο Κύριος: «Όπου ο θησαυρός υμών εκεί και η καρδία υμών».
Η μελέτη του λόγου του Θεού στην Αγία Γραφή και στους Πατέρες της Εκκλησίας, η συναναστροφή μας με ανθρώπους πνευματικούς που αγαπούν το Θεό, η θερμή προσευχή, η τακτική φοίτηση στις ιερές ακολουθίες και η συχνή και άξια συμμετοχή μας στη Θεία Κοινωνία αυξάνουν μέσα μας την αγάπη του Θεού και άρα τη μνήμη του Θεού.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος μάς συμβουλεύει: «Μνημονευτέον του Θεού μάλλον ή αναπνευστέον». Δηλαδή, συχνότερα να σκεπτόμαστε, να θυμούμαστε το Θεό, από όσο αναπνέουμε.
Η συνεχής μνήμη του Θεού φέρει στη ψυχή βαθιά ειρήνη και χαρά, ακόμη και μέσα στις πιο δύσκολες καταστάσεις της ζωής.