Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2016

Ὁ Ἀρχάγγελος Μιχαήλ, ὁ Ὅσιος Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής καί ὁ ὑποτακτικός Ἐφραίμ

by
                                                                                         
Πανορμίτης

Διηγείται ο Γέρων Εφραίμ ο Φιλοθεΐτης και νυν Αριζονίτης, τότε υποτακτικός του Οσίου Γέροντος Ιωσήφ:Scan10002

Σελίδα 432 από το βιβλίο του (2008):  Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΜΟΥ Ο ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ ΚΙΑ ΣΠΗΛΑΙΩΤΗΣ

 Τιμία κάρα του Οσίου Ιωσήφ
                          Τιμία κάρα του Οσίου Ιωσήφ
http://omothimadon.gr/?p=33192

Ἡ τήρηση τοῦ νοῦ- γέροντος Ἰωσήφ τοῦ Ἡσυχαστῆ

by
    Το πάν στον μοναχό είναι η τήρησι του νου. Από εκεί γίνονται όλα. Γι’ αυτό και επιβάλλεται ο μοναχός να έχη αυστηρή προσήλωσι, τήρησι και στροφή προς τον νου του. Να τον ελέγχη, γιατί από εκεί ξεκινούν όλα τα καλά και από εκεί μπαίνει φραγμός όλων των κακών. Η χρήσι και παράχρησι των νοημάτων, γεννά όλα τα υπόλοιπα. Εάν κάποιος κάνη καλή κρίσι των νοημάτων, οπωσδήποτε θα κάνη και καλή χρήσι των πραγμάτων αλλοιώς θα συμβαίνη το αντίθετο.
  Γι’ αυτό να στρέψετε όλο σας το ενδιαφέρο στην προσοχή του νου.
  Ένας άριστος τρόπος τηρήσεως του νου είναι η συνεχής μνήμη του Θεού. Εάν η προσοχή στραφή εις αυτόν τον στόχο, τότε ο άνθρωπος αμέσως ευρισκόμενος στην μνήμη του Θεού, δεν αμαρτάνει.Ο άνθρωπος «κατ’ εικόνα και ομοίωσι Θεού» πλασμένος, σπανίως γίνεται κακοήθης εκ προθέσεως. Και αυτοί ακόμα οι απολύτως διεφθαρμένοι, πού δεν ημπορούν να αντισταθούν στα πάθη τους και συνεχώς παρασύρονται και αμαρτάνουν ημπορούμε να πούμε ότι δεν αμαρτάνουν πάντοτε εκ προθέσεως, αλλά πολλές φορές εξαδυναμίας. Εκ προθέσεως ο υγιής άνθρωπος δεν γίνεται κακοήθης· και το ότι παρασύρεται, οφείλεται στο ότι σιγά-σιγά έφυγε ο νους από τον στόχο και έγινε θύμα της πονηρίας του σατανά και της εμπαθούς καταστάσεως του παλαιού ανθρώπου.
  Μη δυνάμενος λοιπόν να έχη σωστή σκέψι, σωστή όρασι για να διακρίνη τα πράγματα, αποπλανάται από ακατονόμαστες προφάσειςκαι προτιμά τα κακά αντί των αγαθών. Όταν όμως ο νους ευρίσκεται στην θέσι του και γνωρίζη καλά την αποστολή του και συναισθάνεται την παρουσία του Θεού – γιατί «εκ δεξιών ημών εστίν, ίνα μη σαλευθώμεν» – δεν κινείται προς το κακό» αλλά το αποστρέφεται.
  Ιδίως εμείς οι μοναχοί, οι όποιοι έχομε ιδιαιτέραν κλήσι και εγκατελείψαμε τον κόσμο και είμεθα αυτοεξόριστοι, εάν αυτό έχωμε υπ’ όψι μας, ήδη πρέπει να είμεθα πεπεισμένοι για την επιτυχία μας. Αν ο νους ευρίσκεται στην θέσι του, δεν θα πλανηθή ποτέ. Γιατί η αμαρτία είναι άλογος, δεν ημπορεί να πείση, μόνο απατά. Είναι δυνατό να απατήση ανθρώπους πού η γνώσι τους έχει αμβλυνθή και η έξι τους έχει παρασυρθή από το περιβάλλο τους. Δεν ημπορεί όμως τόσο εύκολα να αποπλανά τους μοναχούς, οι όποιοι έχουν συναίσθησι της ιδιαιτέρας προνοίας του Θεού και της καθημερινής ενεργείας της Χάριτος Του. Ένας μοναχός ο οποίος φοβάται να χόρταση, φοβάται να ξεκουραστή, φοβάται να μιλήση, πώς είναι δυνατό να γίνη κακοήθης;
  Όταν γίνεται, είναι σημείο ότι ξέχασε τον στόχο του και ο νους του έφυγε από την βάσι. Ο φύλακας έφυγε. Ο φρουρός δεν είναι εκεί, και εφ’ όσον δεν έχει ο στρατός φρουρό, έρχονται οι αντίθετοι και τον περικυκλώνουν.
 Εάν ήταν ο φρουρός στην θέσι του και εκοίταζε μακρυά, θα έδινε το σύνθημα και τότε ήταν αδύνατο να πλησίαση ο εχθρός. Τόση μεγάλη σημασία έχει η τήρησι του νου. Το ξέρετε και από τους Πατέρες μας. Ο Μ. Αντώνιος, ερωτώμενος να διευκρίνιση τι σημαίνει μοναχός, είπε: «Μοναχός εστί ο νουν τηρών». Και εκεί η ανθρώπινη γνώσι εσήκωσε ψηλά τα χέρια και είπε: «Εμείς δεν ημπορούμε να το κάνωμε αυτό».
Βέβαια αυτή η εργασία χωρίς την θεία Χάρι, είναι αδύνατο να επιτευχθή. Εμείς όμως έχοντες μαζί μας την Χάρι, είναι το μόνο εύκολο πού ημπορούμε να επιτύχωμε, διότι είναι και το κέντρο του στόχου μας. Αυτός είναι και ο λόγος πού οι Πατέρες μας εφώναζαν ο καθένας με τον τρόπο του· ο Μ. Αρσένιος εφώναζε ονομαστικά: «Αρσένιε, δι’ ο εξήλθες». Άλλος έδενε την μέση του με σχοινιά, άλλος με αλυσίδες, άλλος έθετε στα ρούχα του σύμβολα, άλλος έγραφε στους τοίχους, άλλος στο εργόχειρό του. Όλα αυτά ακριβώς αυτό το νόημα είχαν. Οι Πατέρες είχαν αξιολογήσει την σημασία του νου και επινοούσαντεχνητά μέσα για να τους ενισχύσουν προς την επιτυχία.
  Και σεις, καθένας με τον τρόπο του να επιδιώξετε αυτό το πράγμα. Και αν τούτο το επιτύχετε, πού οπωσδήποτε πρέπει, τότε ασφαλώς βαδίζετε απρόσκοπτα την Πατερική γραμμή και η επιτυχία είναι βεβαία· διαφορετικά, εάν δεν το επιδιώξετε, θα δεινοπαθήσετε, διότι θα γίνετε εύκολη λεία στην ποικιλόμορφη προφασιολογία της αμαρτίας και θα παρασύρεστε από το ένα ολίσθημα στο άλλο. Τότε θα ενεργή μέσα σας ο παλαιός άνθρωπος, τον όποιο έχετε αντίπαλο και εχθρό. Και τούτο θα γίνεται, γιατί ο νους έχει ξεφύγει από την αποστολή του.
  Πολύ συντελεί στην τήρησι του νου ο θείος ζήλος.
Τον θειο ζήλο τον κρατεί η ακρίβεια της συνειδήσεως, η ακρίβεια της συνειδήσεως στέκεται στην επιμονή, στο πρόγραμμα και στο τυπικόμας.
  «Άνω σχώμεν, λοιπόν, τας καρδίας». «Άνω» στα δεξιά του Πατρός, εκεί πού είναι το απαύγασμα της δόξης, εκεί πού είναι το κέντρο της αγάπης, ο Ιησούς μας, ο όποιος μας αναμένει. Πότε θα ξυπνήσωμε από την αναισθησία μας και θα επικαλεσθούμε με πόνο, με ταπείνωσι την αγαθότητα Του, να συγκαταβή να μας ελευθέρωση από τον παλαιό άνθρωπο;
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ – ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
 
  Ερωτ.: Γέροντα, τι γνώμη έχετε για τις τεχνικές πού χρησιμοποιούνται από τους μοναχούς για την συγκέντρωσι του νου; Ποια σχέσι έχουν με τον αγιασμό του ανθρώπου;
Απ.: Το θέμα δεν είναι σύγχρονο. Υπήρχε και επί της εποχής του Άγιου Γρηγορίου του Παλαμά, θέλοντας να κτυπήσουν οι κακοήθεις εχθροί το θέμα της ησυχίας και εσωστρέφειας πού ο Άθωνας τότε επλουτούσε απομόνωσαν μερικές κινήσεις της πρακτικής μας ζωής και έλεγαν κοροϊδευτικά ότι είμεθα «Ομφαλοσκόποι» και αλλά πολλά πού αναφέρονται στον βίο του Αγίου.
  Και ο Άγιος ανέσυρε το ανάστημα του και είπε: «Ναι, μεταχειρίζονται οι νηπτικοί Πατέρες διάφορους πρακτικούςτρόπους πού συντελούν στο να έχωμε περισσότερη ευχέρεια στην συγκράτησι του νου, αλλά αυτούς δεν τους δογματίζομε». Εις αυτούς τους τρόπους ή τις τεχνικές, όπως είπατε, δεν στεκόμεθα. Εκείνο το όποιο μας απασχολεί, είναι η ακριβής τήρησι των Εντολών του Θεού, η ολοκληρωτική προς Αυτόν αγάπη μας, καθώς και προς τον πλησίο μας, μέσω των οποίων δεχόμεθα την επίσκεψι της Χάριτος. Σήμερα ακούομε παντού να γίνεται λόγος περί νοερός προσευχής και Εσωστρέφειας μέσα στον κόσμο και πολλά άλλα συναφή.
  Αν και εμάς τους μοναχούς μας απασχολούν αυτοί οι τρόποι, εν τούτοις δεν δίνομε εις αυτούς κανένα κέντρο βάρους. Το κέντρο βάρους είναι η ακρίβεια της συνειδήσεως μας στο να φυλάξωμε το θέλημα του Θεού, να τηρήσωμε πάσας τάς εντολάς Του και μέσω αυτού τού τρόπου να δεχθούμε την επίδρασι της Χάριτος. Δεν αποβλέπαμε στους τρόπους πού χρησιμοποιούμε για συγκράτησι του νου, διότι η εργασία μας δεν είναι μαγική, ούτως ώστε με εξωτερικά σχήματα να προσδοκώμε την έλευσι της Χάριτος. Έχοντες υιικές σχέσεις με τον Πατέρα Θεό, αποδεικνύαμε την προς Αυτόν στροφή μας με την απόλυτη πίστι και αγάπη και άρα αφοσίωσι.
  Και έτσι ευρίσκομε ανταπόκρισι. «Εν ω μετρώ» μετρούμε, αντιμετρείται σε μας. Καθώς αγαπούμε τον Θεό και εξ ολοκλήρου επεκτεινόμενα προς Αυτόν, τηρούντες το θέλημα Του κατά την δική του ρήσι – «ο μη αγαπών με, ου τηρεί τους λόγους μου» – έρχεται προς ημάς. Και η κοινωνία γίνεται οργανική, και η συνάντησι προσωπική. Ακόμη και αν η τήρησι του θελήματος θα στοιχίση και αυτή μας την ζωή προθυμότατα το κάνομε. Και τότε γίνεται το «ενοικήσω εν αυτοίς και εμπεριπατήσω, και έσομαι αυτών Θεός και αυτοί έσονται μοι λαός».
  Αυτό τον τρόπο διασάφισε ο Μέγας Φωστήρ της Εκκλησίας, ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, όταν εθόλωσαν τα νερά οι δυτικοί ορθολογισταί, για να εύρουν πρόφασι να κατηγορήσουν τους ορθοδόξους.
  Και πάντοτε είναι επίκαιρα αυτά, ιδίως στον σημερινό κυκεώνα της αρνήσεως των πάντων και του περιεκτικού ορθολογισμού. Και είμεθα έτοιμοι να δώσωμε λόγο «πάντι τω αιτούντι, περί της εν ημίν ελπίδος». Αυτή είναι η στροφή μας. Αγαπούμε τον Θεό, στον όποιο απολύτως πιστεύομε και αφιερώναμε ολόκληρο το είναι μας. Όλη η θέλησι, η πρόθεσι, η ενέργεια μας επεκτείνεται στην τήρησι των αγίων Του εντολών.
 Και δεν το κάνομε αυτό, διότι προσδοκούμε να μας χαρίση δωρεάς.Όχι! Πιστεύομε στον Θεό διότι μόνο εις Αυτόν αξίζει να πιστεύωμε. Τον αγαπούμε, διότι είναι η απόλυτη αυτοαγάπη διότι πλέον εξ ολοκλήρου ανήκομε εις Αυτόν. Για μας είναι διπλούς Κύριος και Δεσπότης, διότι και εκ του μηδενός μας εδημιούργησε και μετά την πτώσι μας ανέπλασε και ανακατεσκεύασε δια της προσωπικής Του θυσίας. «Και ουκέτι πλέον, εσμέν εαυτοίς» αλλά «τω υπέρ ημών αποθανόντι και αναστάντι» κατά τον Παύλο.
 Και όπως ο Ίδιος ομολογεί «όστις τηρεί τας εντολάς μου αγαπηθήσεται υπό του Πατρός μου και εγώ και ο Πατήρ μου ελευσόμεθα και μονήν παρ’ ούτω ποιήσομεν». Αυτός είναι ο τρόπος πού μας οδηγεί στον αγιασμό.πηγήhttp://agathan.wordpress.com

Μέ πόνο καί δάκρυα θά λάβεις τή χάρη – Γέροντας Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής

by

 

   Να, έμαθες ότι είσαι πηλός, πτωχός και γυμνός. Τώρα ζήτησε απ’ αυτόν που μπορεί να αναπλάσει τη φύση να σε πλουτίσει. Και, αν σου δώσει πολύ ή λίγο, αναγνώρισε τον ευεργέτη σου. Και μη σφετερισθείς τα ξένα ως δικά σου. Με πόνο και δάκρυα θα λάβεις τη χάρη. Και πάλι με δάκρυα χαράς και ευχαριστίας, με φόβο Θεού θα την κρατήσεις. Με θέρμη και ζήλο ελκύεται· με ψυχρότητα και αμέλεια χάνεται.
Δεν σου ζητεί περισσότερο ο Χριστός για να σου δώσει τα άγιά Του χαρίσματα· μόνο να αναγνωρίζεις ότι, ό,τι καλό και αν έχεις, είναι δικό Του. Και να συμπαθείς αυτόν που δεν έχει. Να μην τον κρίνεις ότι δεν έχει· ότι είναι αμαρτωλός, φαύλος, πονηρός, φλύαρος, κλέπτης, πόρνος και ψεύτης. Εάν αποκτήσεις αυτή την επίγνωση, δεν μπορείς ποτέ να κρίνεις κανένα, έστω και αν τον βλέπεις να αμαρτάνει θανάσιμα· γιατί αμέσως θα λες·
«Δεν έχει, Χριστέ μου, τη χάρη σου, γι’ αυτό αμαρτάνει. Αν φύγεις και από μένα θα πράξω χειρότερα. Αν στέκω, στέκω, γιατί Συ με βαστάζεις. Τόσο βλέπει ο αδελφός, τόσο κάνει. Είναι τυφλός. Πώς τον θέλεις να βλέπει χωρίς μάτια; Είναι πτωχός. Πώς γυρεύεις να είναι πλούσιος; Δος του πλούτο να έχει. Δος του μάτια να βλέπει».
Εάν ζήτησεις το δίκαιο για οποιοδήποτε πράγμα, που θα σε αδικήσει, ατιμάσει, βρίσει, κτυπήσει, διώξει ή τη ζωή σου επιβουλευθεί ο πλησίον σου, και πάλι εσύ είσαι άδικος, εάν τον θεωρήσεις αίτιο ή τον κατηγορήσεις με εμπάθεια. Γιατί ζητείς απ’ αυτόν αυτό που δεν του το έδωσε ο Θεός. Εάν εννοήσεις καλά αυτό που σου λέω, όλους θα τους θεωρείς ανεύθυνους, για οποιοδήποτε σφάλμα, και μόνον εσύ θα είσαι για όλα υπεύθυνος.
Γιατί τρεις εχθροί πολεμούν το ανθρώπινο γένος· οι δαίμονες, η ίδια η φύση μας και η συνήθεια. Εκτός απ’ αυτά άλλος πόλεμος δεν υπάρχει.
Αν λοιπόν αφαιρέσεις το δαίμονα, που τυραννεί όλη την ανθρωπότητα, τότε θα είμαστε όλοι καλοί. Να σε ποιόν πρέπει να δώσεις το άδικο. Αυτόν να μισήσεις, να κατακρίνεις και μέχρι τέλους να τον έχεις εχθρό.
Ο άλλος εχθρός είπαμε ότι είναι η φύση, που, από τη στιγμή που ο άνθρωπος καταλάβει τον κόσμο, αυτή αντιτάσσεται στο νόμο του πνεύματος, και ζητεί ό,τι είναι για την απώλεια της ψυχής. Να και ο άλλος εχθρός, που είναι άξιος μίσους εφ’ όρου ζωής. Αυτόν πρέπει να κατακρίνεις, να κατηγορείς.
Έχουμε και τον τρίτο εχθρό, τη συνήθεια. Συνηθίζοντας να πράττουμε κάθε είδος κακίας γίνεται σε μας έξη και γίνεται δεύτερη φύση και κατέχει ως νόμο την αμαρτία. Και απαιτείται αντίστοιχος αγώνας για να λάβουμε θείαν αλλοίωση και απαλλαγή. Να λοιπόν, και ο τρίτος εχθρός, που είναι άξιος τελείου μίσους.
Εάν θέλεις λοιπόν ο πλησίον σου να είναι σε όλα καλός, όπως σου αρέσει, αφαίρεσέ του τους τρεις αυτούς εχθρούς με τη χάρη που έχεις. Αυτό είναι το δίκαιο, αν ζητάς να το βρεις: Να κάνεις ευχή στο Θεό να τον απαλλάξει από αυτούς τους εχθρούς. Και τότε θα είσαστε σύμφωνοι.
Αν δε και ζητήσεις διαφορετικά να βρεις το δίκαιο, θα είσαι πάντοτε άδικος, και επομένως η χάρη είναι ανάγκη να πηγαίνει – να έρχεται, μέχρις ότου βρει ανάπαυση στη ψυχή σου. Διότι, τόση χάρη δικαιούται να έχει ο άνθρωπος, όσο πειρασμό ευχαρίστως υπομένει, όσο βάρος του πλησίον του αγογγύστως βαστάζει.
Λοιπόν τα προηγούμενα γράμματα που σου έστειλα περιείχαν την «πράξη». Αυτό που έγραψα τώρα περιέχει το «φωτισμό». Από την πράξη λαμβάνει ο άνθρωπος φωτισμό γνώσεως. Διότι η πράξη είναι τυφλή και ο φωτισμός είναι οι οφθαλμοί, με τους οποίους βλέπει ο νους εκείνο που δεν το έβλεπε πρώτα.
Τώρα λοιπόν έχει λυχνάρι και μάτια και βλέπει αλλιώς τα πράγματα. Πρώτα ήταν η χάρις της πράξεως, άλλα τώρα έλαβε δεκαπλάσια χάρη. Τώρα έγινε ο νους ουρανός. Βλέπει μακριά. Έχει χωρητικότητα περισσότερη από την προηγούμενη. Τώρα του λείπει η θεωρία.
πηγή: «Έκφρασις Μοναχικής εμπειρίας»,
εκδ, Ι.Μ.Φιλοθέου, Άγ. Όρος-
αποσπάσματα από την Θ΄ επιστολή – σε νεοελληνική απόδοση

Γέροντας Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής:Ὅλοι μας μποροῦμε νά γίνουμε ἅγιοι!


by
Το πρώτο, πού κάνει κάθε άνθρωπος, όταν τον καλέση ο Θεός στην επίγνωσί Του, είναι να ερευνήση με ακρίβεια τον εαυτό του για να ιδή, ότι πράγματι στην ζωή του πολλές ενέργειες του ήσαν έξω από το θέλημα του Θεού. Και από αυτή την στιγμή αρχίζει το έργο της μετανοίας. Η μετάνοια αρχίζει από την κατάπαυσι της αμαρτωλής ζωής και φθάνει μέχρι αυτής της θεώσεως, η οποία δεν έχει τέλος.

Ο Θεός δεν έχει περιγραφή και τέρμα· ούτε και οι ιδιότητές Του είναι δυνατό να έχουν. Μπαίνοντας ο άνθρωπος, δια της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος, μέσα στους κόλπους της θεώσεως, πάσχει όλες αυτές τις ιδιότητες τις ατέρμονες, τις αψηλάφητες, τις ανεξιχνίαστες, τις απέραντες. Γι’ αυτό είπα ότι η μετάνοια δεν έχει τέρμα.
Θέλω να σχολιάσω το θέμα της μετανοίας, παίρνοντας αφορμή από μερικά πράγματα πού με προεκάλεσαν και από τον προσωπικό μου βίο, αλλά και γενικώτερα.
Βλέπω ότι μοναχοί στις ημέρες αυτές της περιόδου της Μ. Τεσσαρακοστής, ευρίσκουν καιρό και ασχολούνται με θέματα επουσιώδη και λόγω της απειρίας τους όταν τους ερωτήσης γιατί ασχολούνται με αυτά, απαντούν. «Επειδή είχα καιρό και δεν είχα τίποτε άλλο να κάνω». Αυτό είναι ένα είδος μικροψυχίας, να μην πω ολιγοπιστίας. Δεν έχεις τι να κάνης; Ίσως να ετελείωσες το διακόνημά σου και έχεις ένα περιθώριο χρόνου. Τότε πήγαινε στο κελλί σου. Το κελλί είναι το εργαστήριο της μεταβολής του χαρακτήρας σου. Δεν πηγαίνεις ναγονατίσης εκεί μέσα; να κτυπήσης το μέτωπο σου κάτω, να κτυπήσης το στήθος, την «ενθήκη» των κακών, αλλά και την «ενθήκη» των καλών; Και να κτυπήσεις εκεί του Ιησού την πόρτα; Να ζήτησης, να αιτήσης, να επιμένης, ούτως ώστε να σου άνοίξη;

Έπειτα κάθεσαι και δεν μελετάς; Μα, οι μοναχοί είναι θεολόγοι. Επί Βυζαντίου, στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως, υπήρχαν όλοι οι επιστημονικοί κλάδοι. Όλες οι γνώσεις των ανθρώπων. Μόνο η θεολογία απαγορευόταν. Η θεολογία ήταν στις ιερές Μονές. Δεν εθεωρείτο ανθρώπινη γνώσι. Στους μοναχούς ανήκει η θεολογία, διότι ερχόμενοι σε επαφή με τον Θεό προσωπικά, δέχονται τις ελλάμψεις και αποκαλύψεις και γίνονται θεολόγοι. Γιατί λοιπόν, να μην ανοίξωμε το Πανεπιστήμιο μας εδώ, ημέρα και νύκτα και να γίνωμε πραγματικοί θεολόγοι; Είδα και επιμένω και δεν υποχωρώ, ότι τόση Χάρι παίρνει ο μοναχός από την μελέτη στο κελλί του, μέσα στο πνεύμα της απολύτου ησυχίας, σχεδόν ίση με αυτή πού δίνει η προσευχή.Εις αυτό επιμένω, διότι χάριτι Χριστού, το εγεύθηκα όχι μια, αλλά πολλές φορές στην ζωή μου.

Και θέλω να τονίσω και κάτι ακόμα. Ο νόμος της επιρροής, ο κανόνας της επιδράσεως, εφαρμόζεται απόλυτα. Τα συγγράμματα των Πατέρων πού μελετά ο μοναχός με πίστι και πόθο και επικαλείται την ευχή τους είναι αδύνατο να μην επιδράσουν επάνω του. Διότι οι Πατέρες ήσαν και εξακολουθούν να είναι Πατέρες, και ζητούν αφορμή και αυτοί, όπως ο ίδιος ο Θεός, του οποίου είναι «εικών και ομοίωσις», να μεταδώσουν σε μας τις Χάριτες τις οποίες αυτοί ευρήκαν δια του αγώνος των. Με την ανάγνωσι και την μελέτη τους να είσθε βέβαιοι, ότι η πατρική τους στοργή θα επιδράση επάνω σας.

Ας επανέλθωμε όμως στο θέμα της μετανοίας.

Πολλές φορές συμβαίνει στον αγωνιζόμενο, να μην ημπορή να νικήση τον παλαιό άνθρωπο, διότι είναι τόσο πολύ αιχμαλωτισμένος από τα πάθη του, παρ’ όλο πού αυτός τα μισεί, τα αποστρέφεται, δεν τα θέλει· και αυτή η κατάστασι θεωρείται κατά την παράδοσι της Εκκλησίας, ζωή μετανοίας.
Τότε μόνο δεν θεωρείται μετάνοια, όταν παύση ο άνθρωπος να αγωνίζεται και λέγει: «Δεν ημπορώ πλέον. Δεν υπάρχει για μένα τίποτε». Αυτό λέγεται απόγνωσι και το καταδικάζει η Εκκλησία ως βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος· περικόπτει και απορρίπτει αυτό το μέλος ως σάπιο, ως βλάσφημο, στρεφόμενο κατά της αγαθότητας του Θεού.
Δεν πρέπει λοιπόν, σε καμμιά περίπτωσι να συστέλλωμε την πίστι μας. Ουδέποτε να σκεφθή κανείς, ότι είναι αδύνατο να φθάσουμε στην ολοκληρωτική μετάνοια στην οποία μας εκάλεσε ο Χριστός μας. Θα φθάσωμε χάριτι Χριστού. Ουδέποτε είναι ικανή μόνη η ανθρώπινη ενέργεια και προσπάθεια να φθάση εκεί. Αυτό είναι εγωιστικότατο και οι Πατέρες το κατεδίκασαν. Ο Μέγας Μακάριος λέγει ότι τόση είναι η δύναμι της προθέσεως του ανθρώπου, τόσο μόνο ημπορεί ο άνθρωπος, μέχρι πού να αντιδράση προς τον διάβολο. Προκαλούμενος υπό του σατανά, υπό μορφή προσβολής «κάνε αυτό», τόσο μόνο ημπορεί να πή ο άνθρωπος· «όχι δεν το κάνω». Μέχρι εκεί ημπορεί να πάη ο άνθρωπος. Από εκεί και πέρα είναι έργο της Χάριτος. Γι’ αυτό ο Ιησούς μας, ετόνιζε με έμφασι ότι, «χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν».

Άρα ποτέ να μην συσταλήτε, ποτέ να μην κατεβαίνετε στην μικροψυχία, εφ’ όσο «δια πίστεως βαδίζομεν». Ποτέ να μην λέγετε: «Δεν θα φθάσωμε εμείς στην απάθεια, δεν θα φθάσωμε στον αγιασμό, δεν θα μιμηθούμε τους Πατέρες μας». Αυτό είναι βλάσφημο. Θα τους φθάσωμε επειδή το θέλομε και εφ’ όσο το θέλομε θα μας το δώση ο Χριστός μας.

Μένοντας πιστοί και μη υποχωρούντες κατά πρόθεσι, οπωσδήποτε θα το επιτύχωμε. Αυτή είναι η πραγματικότης. Έξω από αυτή την γραμμή οι Πατέρες δεν παραδέχονται άλλη. Έξω από αυτή, θεωρείται πλέον απόγνωσι. Δεν υπάρχει το «δεν μπορώ πλέον». Πώς δεν μπορείς; Δια του Χριστού ισχύομε. «Πάντα ισχύομεν εν τω ενδυναμούντι ημάς Χριστώ». «Πάντα»,είπε ο Παύλος, για να μην αφήση κανένα περιθώριο, μήπως πή κάποιος «εγώ δεν ημπορώ». Αφού είναι «μεθ’ ημών ο Θεός, τις καθ’ ημών; Ει Θεός ο δικαιών, τις ο κατακρίνων;»

Κοιτάξετε το όριο της μετανοίας πως αποκαλύπτεται μέσα στην Γραφή. Ο Πέτρος, ερώτησε τον Ιησού μας. «Κύριε, καλά είναι έως επτά φορές να συγχωρώ αυτόν που μου φταίει;» Ο Πέτρος τότε ατελής όντας, μη δεχθείς την έλλαμψι της Χάριτος, εσκέπτετο ανθρωπίνως. Ενόμιζε με τον τρόπο αυτό, σύμφωνα με την αυστηρότητα του Μωσαϊκού Νόμου, ότι έκανε μεγάλη οικονομία. Έφθασε, όχι μια αλλά επτά φορές να συγχωρή. Και ο Ιησούς μας, ερμηνεύοντας του το πνεύμα της Εκκλησίας, του λέγει: «όχι επτά αλλά εβδομηκοντάκις επτά», για να τονίση έτσι το απεριόριστο της μετανοίας.

Η ζωή μας εδώ είναι ένα εικοσιτετράωρο επαναλαμβανόμενο. Αν και εις όλες τις στιγμές είμεθα πάντοτε έτοιμοι, με νέες αποφάσεις, η πρόθεσί μας είναι σωστή, το πνεύμα πρόθυμο, η σαρξ όμως είναι ασθενής. Και δεν είναι μόνο η σαρξ. Μαζί με την σάρκα, με την φύσι, υπάρχουν οι έξεις, οι συνήθειες, οι τόποι, τα περιβάλλοντα, τα πρόσωπα, τα πράγματα και ο ίδιος ο διάβολος. Όλοι αυτοί οι παράγοντες δημιουργούν την αντίθεσι, και μένει σε μας μόνο η πρόθεσι η ιδική μας και η ενεργούσα μυστηριωδώς θεία Χάρις, πού είναι παντοδύναμη.

Θεωρητικά όλα αυτά είναι εύκολα, πρακτικά όμως είναι δύσκολα, όπως από την πείρα ο καθένας γνωρίζει. Αποφασίζομε κάθε πρωί, κάθε στιγμή, ότι από τώρα και στο εξής δεν θα υποδουλωθούμε στα πάθη. Ναι, αλλά τα πάθη δεν αφορίζονται, δεν εξορκίζονται, για να τους πούμε «φύγετε» και δεν σας θέλομε και να φύγουν, θέλουν τιτανική μάχη και αντίδρασι για να φύγουν. Και αυτό γίνεται όταν νικήση η Χάρις, όχι ο άνθρωπος. Διότι τα πάθη και οι αρετές είναι υπεράνω της φύσεως μας. Δεν τα πιάνομε, δεν τα ελέγχομε. Αυτά μόνο η θεία Χάρις θα τα διώξη, θα απελάση τα πάθη και θα ελκύση τις αρετές. Πότε όμως; Όταν εμείς επιμένωμε.

Γι’ αυτό ο Ιησούς μας ετόνισε την υπομονή και την επιμονή. «Εν τη υπομονή ημών κτήσασθε…». Και στις προσευχές ακόμα, λέγει: «κρούετε, ζητείτε, μη εκκακήτε εν ταις προσευχαίς». Και αναφέρει τα παραδείγματα εκείνα, με τα οποία μας ντροπιάζει. Εάν σας ζητήση το παιδί σας ψωμί, θα του δώσετε πέτρα; Και αν σας ζητήση να του δώσετε ψάρι, θα του δώσετε φίδι; Εάν εσείς πού είστε πονηροί, δίδετε αγαθά δόματα στα παιδιά σας, ο Ουράνιος Πατήρ δεν θα δώση Πνεύμα Άγιο εις εκείνους πού το ζητούν; Και «υπέρ εκ περισσού ων αιτούμεθα ή νοούμεν» θα δώση. Είναι αδύνατο να καταργηθούν οι θείες αυτές υποσχέσεις. Ο Ιησούς μας λέγει ότι, «ο ουρανός και η γη παρελεύσονται οι δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσι». Γι’ αυτό τον σκοπό ήλθε ο Υιός του Θεού στην γη. Δεν είχε ανάγκη ο Θεός Λόγος να υποστή την «κένωσι» ει μη μόνο για την επιστροφή του ανθρώπου στους κόλπους της θείας αγάπης. Αυτή είναι η «καινή κτίσις» πού είναι ανωτέρα της προηγουμένης.

Υπάρχει και ένα άλλο μυστήριο ακόμα πού μας παρέδωσαν οι Πατέρες μας, το οποίο πρέπει οπωσδήποτε να ξέρετε. Το μυστήριο είναι τούτο. Πολλές φορές, ενώ τα πράγματα πάνε καλά, η ίδια η Χάρις αφήνει τον πειρασμό· και διευκρινίζω καλύτερα. Η Χάρις δεν δημιουργεί ποτέ πειρασμό. Αλλοίμονο, είναι βλάσφημο να το πή κανείς. Δεν πηγάζει από το φως σκότος, ποτέ.

Και εξηγούμαι σαφέστερα. Εγώ επιμένω αγωνιζόμενος εναντίον ενός πάθους πού με ενοχλεί· κατά της κακής έξεως πού με πιέζει· θέλω να φύγη· παρακαλώ τον Θεό να μου δώση εκείνο πού μου χρειάζεται. Ο Θεός μέσα στην πανσωστική του πρόνοια, πού περικλείει τα πάντα, βλέπει ότι δεν είναι ώρα να το δώση. Η ίδια η Χάρις, ενώ έπρεπε να λειτουργήση και να κάνη αυτό το πράγμα, δεν το κάνει. Δεν το κάνει για τον λόγο πού ξέρει, επειδή ο Θεός είναι ανενδεής και οι τρόποι πού επεμβαίνει είναι Θεοπρεπείς, και ότι κάνει ο Θεός είναι παντέλειο. Ότι κάνει ο Θεός δεν είναι μερικό, είναι γενικό.

Επομένως στην γενικότητα αυτή χρειάζεται ο χρόνος. Διότι μαζί με την περίστασι, ο Θεός περικλείει πολλά μαζί. Χρειάζεται υπομονή, ούτως ώστε να ετοιμασθούν και τα πρόσωπα και οι παράγοντες και οι τόποι και ο χρόνος και ακόμα και αυτή η ιδιοσυγκρασία. Και τότε έρχεται και το τελειώνει, το φέρει εις πέρας.

Υπάρχουν και άλλες πτυχές πάνω στο ίδιο θέμα πού μας παρέδωσαν οι Πατέρες. Πολλές φορές προλαμβάνει η Χάρις και δίδει ένα κανόνα και αφήνειτον άνθρωπο αβοήθητο σε μια περίστασι, για να τον σώση από ένα επερχόμενο πειρασμό τον οποίο ξέρει ο Θεός ότι θα επάθαινε μέσα στην απειρία και στην ατέλεια του.
Είναι τόσα τα μυστήρια, πού δεν ημπορή να τα γνωρίζη κανείς.

Άλλες φορές η Χάρις προορίζει ένα άνθρωπο για να γίνη οδηγός άλλων και τον πειράζει ιδιαίτερα αυτόν για να τον ετοιμάση, ούτως ώστε στην κατάλληλη στιγμή να είναι από όλες τις απόψεις πεπειραμένος και να δυνηθή να σταθή μέσα στην Εκκλησία και να γίνη φωστήρας, οδηγός και καθοδηγητής των άλλων. Τον δοκιμάζει με ένα άλλο τρόπο μυστηριώδη και ασυνήθιστο. Είδες τι λέει; «Μήπως δεν έχει εξουσία ο κεραμεύς του πηλού; Να κάνη από τον ίδιο πηλό ότι θέλει;» Έτσι και η Χάρις. Όλα αυτά μας πείθουν ότι χρειάζεται υπομονή και καρτερία· ουδέποτε μικροψυχία.

Εφ’ όσον ο Ιησούς μας λέγει ότι «οι λόγοι μου, ου μη παρέλθωσι», να είστε βέβαιοι ότι κανενός η ελπίδα δεν θα διαψευσθή. Μόνο οι άνθρωποι ημπορούν να απατήσουν τους άλλους, διότι είναι πεπερασμένοι και έχουν τις γνώσεις τους περιορισμένες. Στον Θεό δεν συμβαίνει το ίδιο. Οτιδήποτε του ζητήσομε και αφορά την σωτηρία μας θα το πάρωμε.

Μου είπε ένας αληθινά πνευματικός άνθρωπος, ότι από την αρχή πού εξεκίνησε, του έδειξε ο Θεός την Χάρι Του και τον έβαλε στον σωστό δρόμο. Μέσα στον αγώνα του τότε, παρεκάλεσε τον Θεό να τον απαλλάξη από μια κατάστασι πού του φαινόταν πολύ δύσκολη και ήταν αδύνατο να αντέξη. Παρ’ όλο πού προσευχήθηκε πολύ δεν είδε καμμιά λύσι στο πρόβλημά του. Επέρασαν σαράντα δύο χρόνια· και τότε του είπε καθαρά η Χάρις: «θυμάσαι, πού με παρεκάλεσες να σου αποκαλύψω το θέλημα μου για εκείνο το πράγμα; Αυτό είναι πού έκανες τώρα». Και αυτός απάντησε: «Και εάν δεν έκανα έτσι τόσα χρόνια και έκανα αλλοιώς;» Και απεκρίθη η Χάρις: «θα εχάνεσο». Έτσι είναι τα μυστήρια, γι’ αυτό χρειάζεται να κάνωμε υπομονή.

Στο βίο του Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ, κάποιος Ρώσσος ωνόματι Μοτοβίλοφ είχε απορία, τι σημαίνει Χάρις. Και ενώ είχε αυτή την απορία και προσευχόταν, ο Θεός δεν του έδειξε τίποτε. Τελικά αυτός το εξέχασε. Όταν επέρασαν είκοσι πέντε χρόνια, τον εφώναξε ο Άγιος Σεραφείμ και του λέγει: «Έλα εδώ τώρα να ιδής αυτό πού εζήτησες πριν τόσα χρόνια. Ο Θεός αργεί αλλά δεν ξεχνά».

Όταν θέλωμε να σωθούμε αγωνιζόμεθα να αποβάλωμε τα πάθη μας και επιθυμούμε διακαώς να κατοικήση μέσα μας η Χάρις του Αγίου Πνεύματος και να μας δείξη αυτή τι θέλει να κάνωμε. Είναι αυτό πού μας είπε ο Ιησούς μας; «Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν των ουρανών» και τα υπόλοιπα «προστεθήσεται υμίν».

Όταν εμείς ορθοποδούμε, θα επιτύχωμε περισσότερο από ότι υπολογίσαμε. Επομένως να μένετε πιστοί στις καλές σας αποφάσεις έστω και αν χιλιάκις επιχειρήσετε και δεν επιτύχετε. Μη νομίζετε ότι άλλαξε κάτι. Ούτε εμείς αλλάξαμε, ούτε ο Θεός, ούτε φυσικά και ο διάβολος. Το «αιτείτε και λήψεσθε» είναι πραγματικότης. Εφ’ όσον αιτήσαμε θα λάβωμε, εφ’ όσον εζητήσαμε θα μας δώσουν, εφ’ όσον εκρούσαμε θα μας ανοίξουν. Ο ήλιος είναι δυνατό να μην ανατείλη, αλλά εμείς δεν είναι δυνατό να αποτύχωμε.
Δεν είναι τυχαίο, το ότι μας εκάλεσε ο Θεός να τον ακολουθήσωμε. Ποιος μας έφερε εδώ;

Ποιος μας ενίσχυσε να αρνηθούμε την φύσι και να γίνωμε περίγελως του κόσμου και να είμεθα αυτοεξόριστοι; Και όχι μόνο τούτο, αλλά να στενάζωμε μήπως γλυστρίσωμε και ξεφύγωμε λίγο από την εγκράτεια· μήπως κοιμηθήκαμε λίγο περισσότερο· μήπως αποφύγαμε τον κόπο· μήπως εξεφύγαμε λίγο από την υπακοή. Γι’ αυτά στενάζομε. Αυτά είναι η ενεργός Χάρις του Αγίου ΙΙνεύματος πού ευρίσκεται μαζί μας και μας πείθει και μας πληροφορεί. Αυτά είναι πραγματικότης όχι λόγια λαλούμενα, λόγια αφηρημένα. Κρατούμε στα χέρια μας τις αποδείξεις της ελεημοσύνης του Χριστού.

«Το μείζον» το έδωσε. Δεν θα δώσει το ελάχιστον; «Έτι αμαρτωλών όντων ημών, υπέρ ημών απέθανε». Εάν αυτός εσταυρώθη και δια του Σταυρού κατήργησε την αμαρτία και εσφράγισε το διαβατήριο της εισόδου μας στην ζωή παρέχοντας και την άφεσι των αμαρτιών μας, τώρα απομένει σε μας να κάνωμε λίγη υπομονή. Να μην γυρίσουμε πίσω, αλλά να αναμένωμε ως δούλοι τον Κύριο μας «πότε αναλύσει εκ των γάμων». Και θα αναλύση και θα φωνάξη τον καθένα· και θα απαντήσωμε και εμείς με καύχημα. «Παρόντες, Κύριε, εδώ είμεθα. Αφ’ ης στιγμής μας εκάλεσες, αναμέναμε πότε θα έλθης να μας δώσης την επαγγελία». Οπόταν θα ακούσωμε το: «Ευ, δούλοι αγαθοί και πιστοί».

Αυτές είναι πραγματικότητες. Αυτά τα ζήτε και θα τα ζήσετε ακόμη περισσότερο, εάν δώσετε περισσότερη σπουδή στην μελέτη και γενικά στην πνευματική εργασία. Να κάνετε την διακονία σας με λεπτομέρεια και υπακοή. Να βλέπετε στο πρόσωπο του Γέροντα την πραγματική παρουσία του θείου θελήματος. Ο καθένας να σκέπτεται ότι ζή ο εαυτός του, και ο Χριστός.
Μόλις τελειώσετε την διακονία σας να είστε χαρούμενοι· μεταξύ σας όχι σκυθρωποί και να μην αποφεύγετε ο ένας τον άλλο. Να είσθε ευγενικοί και πρόθυμοι. Μην ομίλητε όμως άσκοπα. Από την πολυλογία «ουκ εκφεύξεταί τις αμαρτίαν». Λέγει ο σοφός Σειράχ: «Μεταξύ αρμών λίθων πύγνηται πάσσαλος και μεταξύ πράσεως και αγορασμού εμφωλεύει αμαρτία».

Πράσις και αγορασμός κατά τους Πατέρας είναι το «δούναι και λαβείν». Να ακούσω και να ακούσης. Μα αυτά είναι για μας; Αυτά είναι για τους αργόσχολους του κόσμου τούτου, πού ομιλούν περί ανέμων και υδάτων. Εμείς ποια σχέσι έχομε με τον κόσμο τούτο; Για μας είναι τα μυστήρια της Βασιλείας του Θεού. Εκείνα μας απασχολούν. Εμάς μας απασχολεί ο ουρανός.

Άνω σχώμεν τάς καρδίας. Πού; Εκεί «όπου, υπέρ ημών εισήλθεν Ιησούς, εις τα Άγια αιωνίαν λύτρωσιν ευράμενος»
Εκεί, στο ουράνιο καταπέτασμα, εκεί να αποβλέπωμε, εκεί είναι η πατρίδα μας. «Ουκ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν». Είμαστε Ουρανοπολίται. «Μνήσθητι της βασιλείας των ουρανών ίνα η επιθυμία αυτής κατά μικρόν – μικρόν ελκύση σε», λέγει ο Αββάς Ησαΐας. Και αυτή η μνήμη αυξάνει μέσα μας τον ζήλο.

Αυτά ήθελα να σας υπενθυμίσω την περίοδο αυτή της περιεκτικής μετανοίας. Έτσι προχωρούμε «αφορώντες εις τον της πίστεως αρχηγόν και τελειωτήν Ιησούν», το κέντρο της αγάπης μας, πού μας εκάλεσε και μας έδωσε την οσμή της ευωδιάς της κλήσεως Του και μας έβαλε στον δρόμο των Αγίων.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ – ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
Ερωτ.: Γέροντα, μας μιλήσατε προηγουμένως για το ατελές του Απ. Πέτρου, προ της Πεντηκοστής. Λόγω της ατέλειας του αρνήθηκε τον Κύριο μας;
Απαντ.: Το θέμα της αρνήσεως του Πέτρου, κατά τις κρίσεις των Πατέρων, είναι οικονομία. Διότι δεν ήτο δυνατό ο Πέτρος, ο οποίος εις όλη την περίοδο πού ήταν μαζί με τον Χριστό και έδειξε τόσο ζήλο και τόση ταπεινοφροσύνη, να πέση σε τόσο μεγάλο λάθος, να αρνηθή τρεις φορές τον Δεσπότη Χριστό. Δεν είναι λογικό αυτό. Θυμηθείτε την ομολογία του Πέτρου!
Όταν ο Ιησούς μας ερώτησε: «Υμείς δε τίνα με λέγετε είναι;» ο Πέτρος ωμολόγησε και είπε: «Συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού του ζώντος». Και ο Ιησούς μας εγύρισε και του είπε: «Μακάριος ει, Σίμων Βαριωνά, ότι σαρξ και αίμα ουκ απεκάλυψε σοι, αλλ’ ο Πατήρ μου ο εν τοις ουρανοίς. Καγώ δε σοι λέγω ότι συ ει Πέτρος, και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την Εκκλησίαν». (Ματθ. 16,16-18).
Ο Πέτρος κατά φύσι ήταν πολύ ζηλωτής και ασυμβίβαστος. Μέσα στην πανσοφία Του ο Θεός, μετά την θερμή του ομολογία, τον έθεσε θεμέλιο Γης Εκκλησίας. Επειδή όμως η Εκκλησία θα αγκάλιαζε όλη την ανθρώπινη φύσι, όλους τους χαρακτήρες, όχι μόνο τους ζηλωτές και ισχυρούς αλλά και τους ασθενείς και αδυνάτους, επιτρέπει ο Κύριος την τριπλή άρνησι. Διότι, μην ξεχνάμε· οι περισσότεροι άνθρωποι είναι ασθενείς και αδύνατοι. Ούτε στους πέντε ανά εκατό δεν θα εύρωμε ισχυρούς χαρακτήρας, οι όποιοι αγάπησαν τον Θεό εξ ολοκλήρου και με την ορμή της αγάπης τους έδειξαν αυταπάρνησι. Γι’ αυτούς λοιπόν τους υπολοίπους ασθενείς έγινε οικονομία. Ο Πέτρος όμως ως ζηλωτής και ισχυρός, πού δεν είχε μέσα του νόημα συγκαταβάσεως, δεν θα το καταλάβαινε αυτό.
Επομένως κάνει μια οικονομία ο Θεός και επιτρέπει να τον αρνηθή. Ύστερα τον θεραπεύει μόνος Του. Τον πλησιάζει και του λέει: «Πέτρε, φιλείς με; Πέτρε, αγαπάς με;» Ελυπήθη ο Πέτρος, δεν το κατάλαβε. Αλλά οι τρεις ερωτήσεις ήταν η θεραπεία της τρισσής αρνήσεως.
Με την τριπλή Ομολογία, ο Πέτρος, εξήλειψε την ενοχή. Έμαθε όμως εκ πείρας, ότι και οι ζηλωταί ακόμη έχουν ανάγκη επιεικείας.
Το ίδιο κάνει ο Θεός και στον Απ. Παύλο. Επειδή ήταν η σπονδυλική στήλη της Εκκλησίας, τον αφήνει στην αρχή να γίνη διώκτης, εχθρός· και ύστερα τον παίρνει· και αυτός με συναίσθησι βαθυτάτης ταπεινοφροσύνης λέγει: «Ουκ ειμί ικανός καλείσθε Απόστολος, διότι έδιωξα την Εκκλησία του Χριστού». Έχω όμως ένα ελαφρυντικό, ότι «αγνοών εποίησα».
Βλέπετε με πόση πανσοφία ο Θεός οικονομεί για να δώση και σε μας παρηγοριά. Διότι αυτοί οι κορυφαίοι εάν έμπαιναν με την δύναμι της ορμής τους μέσα στην Εκκλησία, που θα ήξεραν ότι εμείς οι αδύνατοι δεν ημπορούμε τώρα να κρατήσωμε; Με αυτό τον τρόπο συγκαταβαίνει η θεία αγαθότης προς τις αδυναμίες των ανθρώπων, ώστε να ημπορέσωμε και εμείς να φθάσωμε εις αυτή. Κατεβαίνει ο Θεός για να σηκωθούμε εμείς.
Ερωτ.: Γέροντα, μερικές φορές είμαστε κουρασμένοι από το διακόνημα και παρεξηγούμεθα μεταξύ μας. Τι γίνεται τότε;
Άπαν.: Όταν είστε κουρασμένοι, να είστε περισσότερο προσεκτικοί. Πάντοτε να προηγήται η μεταξύ σας αγάπη, παρά οτιδήποτε άλλο. Και αν συμβή αυτό, με πραγματική, όχι υποκριτική αγάπη, να πείσης τον αδελφό σου ότι παρεφέρθης χωρίς να το καταλάβης. «Συγχώρεσε με, αδελφέ μου, διότι παρεφέρθηκα.». Όταν έχετε αλληλεγγύη και «εύχεσθε υπέρ αλλήλων» και γενικά καλλιεργήτε την μεταξύ σας αγάπη και ενότητα, αυτός είναι ένας ισχυρός δεσμός πού κάνει ανίσχυρο τον σατανά.
Ευρίσκομε πολλά παραδείγματα στους Πατέρες, πού φανερώνουν ότι εκείνοι πού αγωνίζονταν με την χάρι της αγάπης υπέρ των άλλων, εγίνοντο αφορμή να σωθούν οι άλλοι από τις αδυναμίες πού είχαν. Σας υπενθυμίζω το παράδειγμα του αδελφού εκείνου, πού επολεμήθη στην σάρκα και δεν ημπορούσε να αντέξη.
Ήσαν δύο μαζί· και είπε ο ένας στον άλλο. «Αδελφέ μου, να με συγχώρησης. Εγώ δεν ημπορώ να μείνω άλλο εδώ. Αγωνίστηκα όσο άντεχα, άλλο δεν ημπορώ, θα φύγω να πάω στον κόσμο να νυμφευτώ».
Ό αδελφός αφού τον ενουθέτησε αρκετά, δεν ημπόρεσε να τον πείση. Όταν ήλθε η ώρα πού θα έφευγε, του λέγει: «θα έλθω και εγώ μαζί σου. Επειδή είμαστε πνευματικοί αδελφοί και εζήσαμε τόσα χρόνια μαζί, δεν κρίνω σκόπιμο να σε αφήσω μόνο σου».
– Μα ξέρεις τι κάνεις; Εγώ πάω τώρα να εύρω γυναίκα να αμαρτήσω μαζί της. Εσύ θάρθης μαζί μου;
– Δεν θα αμαρτήσω αλλά θα έρθω. Δεν θα σε αφήσω μόνο σου.
Και πράγματι τον ακολούθησε, και όταν έφθασε στον τόπο εκείνο πού υπήρχαν τέτοιες γυναίκες, πήγε αυτός μέσα να ικανοποιήση την επιθυμία του.
Ο άλλος εκάθησε απ’ έξω και παρεκάλει τον Θεό. «Θεέ μου, αν και είναι η τελευταία ώρα, εσύ ημπορείς να τον σώσης».
Και πράγματι όταν εμπήκε μέσα να κάνη την αμαρτία, μετεμελήθη. Ανεχαίτησε ο Θεός την δύναμι του πολέμου και συνήλθε και είπε: «Μα τι κάνω τώρα; Τόσα χρόνια στην έρημο, δεν εχόρτασα ψωμί και νερό και ήλθα τώρα για μια μικρή ηδονή, να γίνω ακάθαρτος, να αρνηθώ τον Χριστό μου και να χάσω τον κόπο μου όλο και να πάω με τον διάβολο στην κόλασι;» Και εγύρισε πίσω. Δεν αμάρτησε.
Πήγε έξω στον αδελφό του λέγοντας; «Μετανόησα. Δεν πωλώ την σωτηρία· μου για τόσο φθηνό πράγμα».
Και επέστρεψαν στον τόπο τους. Και απεκάλυψε ένας από τους Γέροντες, ότι δια τον κόπο αυτού πού τον ηκολούθησε επήρε ο Θεός τον πόλεμο από τον άλλο.
Βλέπετε; Και εσείς όταν έχετε μεταξύ σας αγάπη, τότε γίνεται φραγμός σωτηρίας. Η αγάπη των άλλων προφυλάσσει, σκεπάζει και καλύπτει όποιον είναι μακρυά και όποιον είναι αδύνατος, και έτσι δεν ημπορεί ο εχθρός να μας κάνη κακό. Τόσο μεγάλο πράγμα είναι η αγάπη! Πραγματικά «ουδέποτε εκπίπτει».

πρακτικές υποτυπώσεις
(Παραμονή Α’ εβδομάδος Μ. Τεσσαρακοστής)
γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή

Γέροντας Ἰωσὴφ Ἡσυχαστής: Ἡ εὐχὴ καὶ τὸ ὅπλο…

Πῶς νὰ κάνετε νοερὰ προσευχὴ ἀδιαλείπτως
«Ἡ πράξη τῆς νοερᾶς προσευχῆς εἶναι νὰ βιάσεις τὸν ἑαυτόν σου νὰ λέγεις συνεχῶς τὴν εὐχὴ μὲ τὸ στόμα ἀδιαλείπτως. Στὴν ἀρχὴ γρήγορα, νὰ μὴν προφθάνει ὁ νοῦς νὰ σχηματίζει λογισμὸ μετεωρισμοῦ.
Νὰ προσέχεις μόνο στὰ λόγια: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».
Ὅταν αὐτὸ πολυχρονίσει, τὸ συνηθίζει ὁ νοῦς καὶ τὸ λέγει καὶ γλυκαίνεσαι ὡσὰν νὰ ἔχεις μέλι στὸ στόμα σου καὶ θέλεις νὰ τὸ λέγεις. Ἂν τὸ ἀφήσεις στενοχωρεῖσαι πολύ.
Ὅταν τὸ συνηθίσει ὁ νοῦς καὶ χορτάσει -τὸ μάθει καλὰ- τότε τὸ στέλνει στὴν καρδιά. Ἐπειδὴ ὁ νοῦς εἶναι ὁ τροφοδότης τῆς ψυχῆς καὶ μεταφέρει στὴν καρδιὰ ὁτιδήποτε φαντασθεῖ.
Ὅταν ὁ εὐχόμενος κρατεῖ τὸν νοῦ του νὰ μὴ φαντάζεται τίποτε, ἀλλὰ νὰ προσέχει μόνο τὰ λόγια τῆς εὐχῆς, τότε ἀναπνέοντας ἐλαφρὰ μὲ κάποια βία καὶ θέληση δική του τὸν κατεβάζει στὴν καρδιά, καὶ τὸν κρατεῖ μέσα καὶ λέγει μὲ ρυθμὸ τὴν εὐχή, «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με»…;
Ἂν θέλεις νὰ βρεῖς τὸν Θεὸ διὰ τῆς «εὐχῆς» δὲν θὰ σταματᾶς ποτὲ αὐτὴν τὴν ἐργασία. Ὄρθιος, καθήμενος, βαδίζοντας δὲν θὰ μένεις χωρὶς τὴν εὐχή.
Νὰ μὴ βγαίνει πνοὴ χωρὶς τὴν εὐχὴ γιὰ νὰ ἐφαρμόζεται ὁ λόγος τοῦ Παύλου…
«ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε, ἐν παντὶ εὐχαριστεῖτε».
Ἐὰν μπορέσεις νὰ λέγεις τὴν «εὐχὴ» ἐκφώνως καὶ συνέχεια, σὲ δύο-τρεῖς μῆνες πιστεύω τὴν συνηθίζεις καὶ μετὰ πλησιάζει ἡ Θεία Χάρις καὶ σὲ ξεκουράζει. Ἀρκεῖ νὰ μὴ σταματήσεις νὰ τὴν λέγεις μὲ τὸ στόμα, χωρὶς διακοπῆ. Ὅταν τὴν παραλάβει ὁ νοῦς τότε θὰ ξεκουρασθεῖς μὲ τὴν γλώσσα νὰ τὴν λέγεις.
Ὅλη ἡ βία εἶναι στὴν ἀρχή, ἕως ὅτου γίνει συνήθεια. Κατόπιν θὰ τὴν ἔχεις σ’ ὅλα τὰ χρόνια τῆς ζωῆς σου. Μόνο κτύπα εὐθέως τὴν θύρα τοῦ θείου ἐλέους καὶ πάντως ὁ Χριστός μας θὰ σοῦ ἀνοίξει, ἐὰν ἐπιμένεις».
http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2016/07/blog-post_64.html

«Βιασθῆτε» καί δεῖξτε ζῆλο στόν Γέροντά σας καί μεταξύ σας καί θά δεῖτε τέτοια ἀκινησία παθῶν καί εἰρήνη ψυχῆς σά νά βρίσκεστε στόν Παράδεισο. Γέροντος Ἰωσήφ Ἡσυχαστοῦ, Ἐπιστολές


 

  Έτσι γίνεται ο νους όλο φως όλο  διαύγεια

 Κεφ. ΙΒ, Επιστολή δωδεκάτη΄
΄
Ελεύθερη απόδοση σε απλή νεοελληνική

Για την προσευχή που γράφεις παιδί μου, εφόσον ο Γέροντας έχει γνώση της προσευχής δεν υπάρχει φόβος να πλανηθείς. Εσύ κάνε όπως σου λέει ο Γέροντάς σου κι αν η χάρη πηγαίνει κι έρχεται μην λυπάσαι, επειδή έτσι γυμνάζει τον άνθρωπο να έχει ταπεινό φρόνημα και να μην υπερηφανεύεται.
Στην αρχή έτσι κάνει ο αρχάριος. «Αλίμονο σε σένα  πόλη,  που ο βασιλιάς σου (είναι) νεότερος» λέει η θεία Γραφή· “αλίμονό σου ψυχή που ο νους σου είναι αρχάριος σε τέτοια». 
 Ο νους παιδί μου δεν μπορεί να σταθεί σε μία στάση. Μάλιστα ο νους εκείνου που είναι αδύνατος στα πνευματικά θέλει άλλη ώρα ανάγνωση άλλη ψαλμωδία άλλοτε σιωπή. Όταν σιωπά ο άνθρωπος ο νους  βρίσκει ευκαιρία να ρεμβάζει πάνω σε διάφορες προτάσεις της Γραφής που πρόλαβε να μελετήσει.
 Όταν λοιπόν του δίνεις ό,τι καλό του αρέσει, παίρνει δυνάμεις, όπως το σώμα αναλαμβάνει (δυνάμεις) με την υγιεινή τροφή που παίρνει. Όταν όμως του δίνεις ότι φθάσεις εσύ τότε αντί να φωτίζεται σκοτίζεται. Επίσης όταν κουράζεται θέλει ανάπαυση.
Έτσι μαθαίνει να διακρίνει το καλό από το κακό. Έτσι γίνεται ο νους όλος φως όλος διαύγεια. Βλέπει την καθαρότητα της ψυχής.  Βλέπει τα αγκάθια. Υπομένει τους πειρασμούς. Πληθαίνει η χάρη. Καθαρίζει το σώμα από τα πάθη. Ειρηνεύει η ψυχή. Και τέλος έρχονται όλα το ένα κατόπιν του άλλου διότι τα φέρνει όλα η τελεία υπακοή.
Και άκου να δεις: Ο νους  εκείνου που κάνει τελεία υπακοή έχει τελεία αμεριμνησία.
Λοιπόν ο νους είναι ο οικονόμος της ψυχής. Που κουβαλά την τροφή. Ό,τι του δώσεις εσύ. Όταν λοιπόν έχει ειρήνη και του δίνεις ό,τι καλό θέλει αυτό τα κατεβάζει στην καρδιά. Πρώτα καθαρίζει αυτός από όσες προλήψεις τον διακατείχαν στον κόσμο. Ξεθολώνει από τις μέριμνες του βίου και λέγοντας συνεχώς την ευχή παύει τελείως ο μετεωρισμός.
Και τότε καταλαβαίνεις ότι καθαρίστηκε. Διότι πλέον δεν ξεφεύγει στα πονηρά ή ακάθαρτα που είδε και άκουσε στον κόσμο. Μετά αυτός με την ευχή που εισέρχεται και εξέρχεται στην καρδιά καθαρίζει (τον) δρόμο και διώχνει κάθε αισχρότητα, πονηριά και ακαθαρσία από αυτή.
Διότι στήνει ο νους πόλεμο προς τα πάθη και τους δαίμονες οι οποίοι τα ξεσηκώνουν, που τόσα χρόνια φώλιαζαν σε αυτή και κανείς δεν τους ήξερε ούτε τους έβλεπε. Τώρα όμως που ο νους έλαβε καθαρότητα – την αρχαία στολή του – τους βλέπει και σαν σκύλος γαβγίζει, αλυχτά και μάχεται εναντίον τους σαν κύριος και φύλακας του όλου διανοητικού της ψυχής.
Κρατώντας ως όπλο το όνομα Ιησούς μαστίζει τους πολεμίους μέχρις ότου τους βγάλει όλους απ΄έξω τριγύρω στο περικάρδιο και αλυχτούν κι αυτοί σαν άγριοι σκύλοι. Ο νους αρχίζει να καθαρίζει τη βρωμιά και την όλη ακαθαρσία με την οποία τον είχαν μολύνει οι δαίμονες με τις συγκαταθέσεις που είχαμε κάνει σε ό,τι ήταν κακό και αμαρτωλό.
Και εν συνεχεία πολεμά με τους δαίμονες να τους βγάλει απομακρύνοντάς τους τελείως για να μην του προκαλούν καμία ενόχληση. Και όλο αγωνίζεται να ρίχνει έξω τις βρώμιές που αυτοί διαρκώς ρίχνουν μέσα. Έπειτα σαν καλός οικονόμος φέρνει τροφές που αρμόζουν στον φωτισμό και την υγεία της ψυχής.
Σε όλα αυτά συνεργεί χάρη καθαρτική. Σκεπάζεται ο ευχόμενος, σαν να βρίσκεται κάτω από σκιά, με τη σκέπη της υπακοής. Φρουρείται από τη χάρη αυτού που ανέλαβε την ψυχή του ενώπιον του Θεού. Και γίνεται σιγά σιγά αλλοίωση (παρά)  του Υψίστου.
Και αφού εν ολίγοις διωχτούν τελείως έξω οι δαίμονες καικαθαριστεί εσωτερικά η καρδιά, παύει ο μολυσμός. Ενθρονίζεται ο νους ως βασιλεύς πάνω στην καρδιά και χαίρει σαν νυμφίος σε νυφικό θάλαμο. Βιώνει χαρά αγία ειρηνική αψεγάδιαστη. Λεει την ευχή χωρίς κόπο.
Και τότε η χάρη ενεργεί ελεύθερα και δείχνει στον νου  τις επαγγελίες που  θα λάβει ως αμοιβή αν εκτελεί ανελλιπώς τα καθήκοντά του. Και από τότε και μετά ήρεμος και ειρηνικός, καθώς έχει επέλθει η χάρη τον σηκώνει σε θεωρία αναλόγως την χωριτικότητα που έχει ο θεμέλιος.
Λοιπόν είναι πρώτα ο φόβος του Θεού, η πίστη, η τελεία υπακοή, η αυταπάρνηση που τα φέρνουν όλα αυτά. Και φθάνει ο άνθρωπος προς τη μακαρία αγάπη και τέλος απάθεια. Να μην κινείται καθόλου το κακό στον νου του αλλά να φωνάζει από βαθιά:
Εδίψασε η ψυχή μου προς Σε τον Θεό μου! Πότε –θα έρθω και θα ιδώ την αγία Σου θέα; Και τον θάνατο περιμένει ως τη μέγιστη χαρά. Πότε θα κλείσουν τούτα τα μάτια και θα ανοίξουν εκείνα που θα βλέπουν με ευφροσύνη τα πάντα.
Γι΄αυτό  βιάσου παιδί μου, «βιασθήτε» στη μακαρία υποταγή όπου υπάρχουν όλα αυτά τα αγαθά και να ζείτε σαν μια ψυχή σε διάφορα σώματα. Και ξεκουράζεται ο Γέροντας και αδειάζει να προσεύχεται για σας με όλη του την ψυχή, με πλήρη χαρά και αγαλλίαση. Ενώ όταν εσείς παρακούτε και ζημιώνεστε όλα αυτά, τότε βαρύνεται διαρκώς και η ψυχή αυτού και από τη λύπη του εξασθενεί και σιγά σιγά πορεύεται στον θάνατο.
Όλα αυτά εκ πείρας τα δοκίμασα και τον καρπό τους έφαγα και είναι πολύ γλυκύς. Δεν είδα δε μεγαλύτερη ανάπαυση από την τελεία υπακοή. Έθαψα το αγαθό μου γεροντάκι. Βρήκα και την ησυχία με τη ευχή εκείνου.
 Λοιπόν εργαστείτε τώρα που είστε νέοι να θερίσετε καρπόν απαθείας στα γεράματα. Και όχι γεράματα προχωρημένα αλλά σε είκοσι χρόνια θα δείτε αυτό που σας λέω, αν «βιασθήτε». Εάν δε και δεν «βιασθήτε» και του Μαθουσάλα τα χρόνια να ζήσετε δεν θα χαρείτε αυτά τα χαρίσματα.
«Βιασθήτε» λοιπόν και δείξτε ζήλο στον Γέροντά σας και μεταξύ σας για  το καλό. Και θα δείτε τέτοια ακινησία παθών και ειρήνη ψυχής σαν να είστε μέσα στον Παράδεισο.

 Από το βιβλίο:
  Γέροντος Ιωσήφ
  Έκφρασις Μοναχικής Εμπειρίας

Η αντιμετώπιση των πειρασμών κατά τη διδασκαλία του Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού [15]


«Φάρμακα είναι, οι πειρασμοί και βότανα ιατρικά,
όπου θεραπεύουν τα πάθη τα φανερά
και τες αόρατες πληγές μας».[16]
Η ιδιαιτέρως τιμητική πρόταση της οργανωτικής επιτροπής να παρουσιάσω μία μικρή εισήγηση στο παρόν συνέδριο με την ιδιότητα του εφημερίου του χωριού που γεννήθηκε ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, με βρίσκει διστακτικό και ανέτοιμο καθώς δεν θεωρώ τον εαυτό μου ικανό για ένα τέτοιο εγχείρημα. Γι’ αυτόν τον λόγο δεν θα τολμήσω να εκθέσω προσωπικές απόψεις, παρά μόνο θα προβάλω όσα από την μελέτη των θεοφόρων Επιστολών του Οσίου Γέροντος αποκόμισα και καρπώθηκα για δική μου ωφέλεια.
Προσπάθησα ως ταπεινός μαθητής του να εγκύψω στο σωζόμενο γραπτό έργο του και να μελετήσω τις Επιστολές του. Διαπίστωσα την αρτιότητα και το ύφος ενός θεοφόρου Πατρός και αισθάνθηκα δέος και συντριβή μπροστά στην προσωπικότητα του Αναστήματος αυτού της Ορθοδοξίας. Ιδιαίτερα μου προκάλεσαν ζωηρή αίσθηση και θαυμασμό οι συμβουλές του στο μεγάλο θέμα των πειρασμών που σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό όλοι αντιμετωπίζουμε, και γι’ αυτό προτίμησα με το πάντα επίκαιρο αυτό θέμα να ασχοληθώ στην παρούσα εισήγηση. Οι θέσεις του Γέροντος Ιωσήφ αποπνέουν το άρωμα της εν Αγίω Πνεύματι πνευματικότητας και δεν έχουν καμμία σχέση με την κοσμική λογική αλλά εκφράζουν το Ευαγγέλιο του Χριστού βιωμένο και εφαρμοσμένο στην ζωή ενός Οσίου ανδρός.
Οι Επιστολές του Γέροντος Ιωσήφ
Σκοπός της συγγραφής των Επιστολών του, όπως σε πολλά σημεία ο ίδιος αποκαλύπτει, είναι η ωφέλεια του πλησίον. Έντονη η λαχτάρα και μεγάλος ο πόθος του να ωφεληθουν ψυχές: «ο εμός πόθος, η καύσις της εμής καρδίας… είναι πως να σωθούν ψυχαί· πως να προσφερθούν εις τον γλυκύτατον Ιησούν μας θυσίαι λογικαί».[17]
Γι’ αυτό: «τας νύκτας… αφού ο νους κουρασθή εις την ευχήν, γράφω ουκ ολίγας επιστολάς όπου πολλαχώς οι Χριστιανοί μου ζητούσιν ωφέλειαν».[18]
Το ύφος των Επιστολών του διακρίνεται για την απλότητα και την σαφήνειά του, πίσω όμως από την απλότητα της φράσεως αντιλαμβάνεται και ο πιο άγευστος της πνευματικής ζωής την δυνατή ψυχή του αποστολέα και το απροσμέτρητο πνευματικό της βάθος.
Ο λόγος του, συχνά απόλυτος και αποφθεγματικός, μεστός νοημάτων και Αγιοπνευματικής Χάριτος κυλά αβίαστα και σφραγίζει ανεξίτηλα. Ο Όσιος Γέροντας κινείται άνετα και φυσικά στον κόσμο μας αλλά και στα υπέρ φύσιν.
Η γλώσσα του πλουτισμένη με ιδιωματισμούς της ιδιαίτερης πατρίδας του (αρωτάω, Μαρουσώ, κ.λ.π.) με ιδιότυπη έκφραση και χρήση των λέξεων παίρνει ένα τελείως προσωπικό τόνο στην προσπάθειά του να μας κάνει κοινωνούς των εμπειριών του, να εκφράσει τα ανέκφραστα, γι’αυτό και το κείμενό του γίνεται γλωσσικά πολύτιμο για μας. Και ο ίδιος αναγκάζεται να δημιουργήσει λέξεις δικής του συνθέσεως και παρατηρούμε κάτι θαυμαστό: τον σχεδόν αγράμματο να μεταβάλλεται σε επιτυχημένο γλωσσοπλάστη.
Σε κάθε μία από τις Επιστολές του δεν δυσκολευόμαστε να αναγνωρίσουμε το γνήσιο πατερικό φρόνημα και την ακριβέστατη πατερική συνείδηση του συντάκτη. Όλες οι Επιστολές είναι αποστάγματα της πλούσιας βιωματικής του έμπειρίας. Καθώς αγωνίσθηκε τιτάνια να θεραπεύσει την ασθένεια της πεπτωκυίας φύσεώς του βίωσε προσωπικά τις ευαγγελικές αλήθειες και ως «διδακτός Θεού»[19] γίνεται εμπειρικός θεολόγος και διδάσκει απλανώς τα πνευματικά του τέκνα.
Χωρίς σπουδές και πτυχία Θεολογίας εκφράζει άνετα την πλούσια Αγιοπνευματική του εσωτερικότητα αφού διαθέτει τεράστια πνευματική εμπειρία και όπως ο ίδιος γράφει: «ο αληθής Μοναχός όταν εν τη υπακοή και τη ησυχία καθαρίση τας αισθήσεις… λαμβάνει χάριν και φωτισμόν γνώσεως… και βρύει θεολογίαν, όπου αν γράφουν τρεις δεν προλαμβάνουν το ρεύμα της χάριτος όπου βρυει κυματωδώς»[20]
Οι Επιστολές του Γέροντος Ιωσήφ απόσταγμα και καρπός της μαρτυρικής του μοναχικής ζωής καταδεικνύουν και χαρακτηρίζουν τον Όσιο Γέροντα ως απλανή πνευματικό οδηγό, θεοφώτιστο ασκητή, φιλοκαλικό Πατέρα, κεχαριτωμένο άνθρωπο και εγείρουν τον πόθο και τον ζήλο της μιμήσεως, κατά το δυνατόν, της δικής του ακραίας ζωής και πορείας για την απόκτηση των δωρεών του Αγίου Πνεύματος και την επίτευξη της σωτηρίας.
Η αναγκαιότητα των πειρασμών
Πολλές και ανεξιχνίαστες για την ανθρώπινη λογική είναι οι αιτίες που η Θεία Πρόνοια παραχωρεί πειρασμούς και δοκιμασίες στην ζωή του κάθε ανθρώπου. Ο Όσιος Γέροντας φιλοσοφεί: «η ζωή του ανθρώπου… είναι με τας θλίψεις και τα βάσανα ζυμωμένη».
Θέλοντας να βοηθήσει τα πνευματικά του παιδιά στον αγώνα τους ο Γέροντας θεολογεί και προσφέρει μία ερμηνεία της παρουσίας των θλίψεων στην ζωή μας, ερμηνεία ξένη και απρόσιτη στην πτωχή κρίση του εμπαθούς ανθρώπου αλλά αρεστή στον Θεό: «οπόταν ημείς σφάλλωμεν είτε ολίγον, είτε πολύ, Εκείνος το βλέπει… ημείς νομίζομεν ότι πάσχομεν άδικα. Και όμως, όταν ταπεινωθώμεν τότε ανοίγονται οι οφθαλμοί της ψυχής μας και γνωρίζομεν ότι όσα κάμνει ο Κύριος είναι λίαν καλά».[21]
Σε πολλά σημεία των Επιστολών του ο Όσιος Γέροντας με τον διορατικό του οφθαλμό διαγνώνει την ψυχική ασθένεια του αποστολέα, επισημαίνει το πάθος, το αποκαλύπτει και προσφέρει τα ανάλογα φάρμακα: « Έχεις ματαιοδοξίαν πολλήν»[22], «Έχεις κενοδοξίαν πολλήν. Έχεις διά τον εαυτόν σου μεγάλην ιδέαν…νοσείς αγνωσίαν πολλήν, όπερ τίκτει την επαρσιν»[23], «τα όσα γράφεις παιδί μου, σου γίνονται, διότι δεν εχεις υπομονήν».[24] «Διατί αθυμείς; Διατί απελπίζεσαι;»[25], «αποτίναζε τον νυσταγμόν σου της ακηδίας».[26]
Στην γη της καρδιάς του μεταπτωτικού ανθρώπου υπάρχουν αγκάθια — τα ψυχοφθόρα πάθη — που χρειάζονται κόπο και πόνο και μακροχρόνια προσπάθεια για να ξερριζωθούν. Ο Πανάγαθος Θεός για να θεραπευθούμε ριζικά από τις εμπαθείς κλίσεις μας (θυμό και επιθυμία) παραχωρεί τους πειρασμούς σαν ένα μέσο καθαρισμού.
Ποικίλοι οι πειρασμοί ανάλογα με την αντοχή του ανθρώπου και την οικονομία του Θεού. Στους δυνατούς και τελείους επιτρέπει κάποτε να πειρασθούν από τους δαίμονες. Συνήθως όμως οι πειρασμοί έρχονται μέσω των συνανθρώπων μας — που γίνονται άθελά τους όργανα των πονηρών πνευμάτων – ή άλλοτε προέρχονται από την ίδια την εμπαθή φύση μας, όταν ζουμε χωρίς προσοχή και εγρήγορση.
Ο Όσιος Γέροντας μας προτρέπει άφοβα, με γενναίο φρόνημα και ανδρεία να περιμένουμε τους πειρασμούς. Και όταν έρθουν να τους δεχόμαστε με υπομονή και ευχαριστία ως ευεργεσία και επίσκεψη Θεού. Υπομένοντας τις δοκιμασίες που τυχόν θα μας συμβούν καθαριζόμαστε από τα κρυφά και φανερά μας πάθη μ’ ένα τρόπο που και εμείς οι ίδιοι δεν μπορούμε να αντιληφθούμε καθώς βλέπουμε τώρα σκιωδώς «ως εν εσόπτρω και αινίγματι»[27] την κατάσταση της ψυχής μας και την Πρόνοια του Θεού: «ο άνθρωπος από μικρός αμαρτάνει… και δι’ ενός… δυστυχήματος, μιας μεγάλης ζημίας, συγχωρούνται όλα… και γίνεται διαμάντι από γυαλί όπου ήτον το πρότερον».[28]
Ειδικά για τις περιπτώσεις όπου ο διάβολος εκμεταλλευόμενος τις αδυναμίες και την άγνοια των συνανθρώπων μας τους χρησιμοποιεί για να μας προξενήσουν ζημία, ο Γέροντας Ιωσήφ μας συμβουλεύει να μην τους κατηγορούμε γι’ αυτό αλλά να δείχνουμε ανοχή και μακροθυμία: «διά να πολεμηθή… ο εγωισμός σου έστειλεν ένα ψύλλον — αυτόν τον μικρόν πειρασμόν — να σε τσιμπάη, να υπομένης· να σε ενοχλή, να μακροθυμής». Με τον τρόπο αυτό εξουδετερώνεται η δύναμη του σατανά: «φεύγει και αφήνει τον άνθρωπο ωσάν αρνάκι πράον και ήσυχον».[29]
Κάποιο από τα πνευματικά του παιδιά του παραπονέθηκε για τους πειρασμούς που υπέφερε. Εκείνος υπεύθυνα και θεοχαρίτωτα του δίνει την κατάλληλη απάντηση: «Λοιπόν μου γράφεις ότι έχεις πολλούς πειρασμούς. Αλλά με αυτούς, παιδί μου, μας γίνεται η κάθαρσις της ψυχής. Μέσα στάς θλίψεις, μέσα στους πειρασμούς, εκεί ευρίσκεται και η χάρις. Εκεί θα βρης τον γλυκύτατον Ιησούν».[30]
Σαφής και κατηγορηματικός ο λόγος του Οσίου ανοίγει νέους δρόμους και νέα προοπτική στην αντίληψη του θέματος: «όταν η δοκιμασία παρέλθη, πληρούσαι όλος χαράς… βλέπεις μυστήρια, όπου αδυνατεί γλώσσα να τα λαλήση. Και τότε πλέον διψάς, πότε πάλιν να έλθουν οι πειρασμοί, αφού ήδη εγνώρισες πόσην ωφέλειαν έχουν. Αυτός είναι ο δρόμος…»[31]. Είμαστε ευγνώμονες στον Γέροντα Ιωσήφ που με την πατρική του αγάπη τόσο σοφά και εύστοχα μας δείχνει τον δρόμο της πνευματικής ζωής. Δεν κρατά τον πολύτιμο μαργαρίτη, την γνώση και τον θείο φωτισμό που του χάρισε ο Αγαθός Θεός μόνο για τον εαυτό του αλλά πολλαπλασιάζει το τάλαντο οδηγώντας μας εις «νομάς σωτηρίους». Επιθυμώντας σφοδρά την πνευματική μας προκοπή μας παροτρύνει: «Ανδρίζου, ψυχή μου, να λέγης. Αυτός μόνον είναι ο πειρασμός… και μετά εν ημέραις πολλαίς θα έχης ειρήνην και χαράν και χάριν».[32]
Άβυσσος τα κρίματα, αψηλάφητη και ακατάληπτη η θέληση του Θεού για τον καθένα μας στην παρούσα ζωή. Εκείνο που μας απομένει είναι η υπομονή και η μακροθυμία στις θλίψεις και στους πειρασμούς που θα συναντήσουμε στον δρόμο της ζωής μας. Όταν διά των πειρασμών συντελεσθεί μέσα μας η επιθυμητή κάθαρση από τα ολέθρια πάθη που μας στερούν την θέα του Θεού, τότε θα κατανοήσουμε τον ευαγγελικό λόγο: «μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται». [33]
Τότε μέσα από αυτήν την θεώρηση των πειρασμών θα βρούμε την ανάπαυση και θα διακηρύξουμε μαζί με τον Γέροντα Ιωσήφ: «αι θλίψεις είναι χάρις και δώρον παρά Κυρίου… διότι «ον αγαπά παιδεύει, μαστιγοί δε πάντα υιόν όν παραδέχεται»… χωρίς να το θέλετε ομολογείτε ότι εισάστε τέκνα εκλεκτά του Θεού… Θάρσει λοιπόν και χαίρε… ότι πολύ σας αγαπά ο Κύριος» [34]
Η αντιμετώπιση των πειρασμών
Ας δούμε τώρα τους τρόπους και τα όπλα που θα χρησιμοποιήσουμε στον πνευματικό μας αγώνα για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά και νικηφόρα τις προσβολές των πειρασμών.
Και πάλι προσφεύγουμε στον χαρισματούχο λόγο του Οσίου Γέροντος ο οποίος μας καθοδηγεί: «Γνώθι σ’ αυτόν οτί είσαι μηδέν…». Η πρώτη προϋπόθεση για την επιτυχία του σκοπού μας είναι η καλή γνώση του εαυτού μας, των αδυναμιών, των παθών και των ελλείψεών μας. Είναι απαραίτητο να γνωρίζουμε ποιοί είμαστε στην πραγματικότητα και όχι ποιοί νομίζουμε εμείς ότι είμαστε. Δυστυχώς πολλές φορές ο εγωισμός δεν μας αφήνει να δούμε τα αρνητικά σημεία μας, καθώς ο καθένας μας θέλει να έχει μία θετική γνώμη για τον εαυτό του. Όμως χωρίς επίγνωση των αδυναμιών μας είναι αδύνατον να διορθωθούμε. Όποιος φοβάται να γνωρίσει τον εαυτό του βλέπει μόνο λάθη στους άλλους και τους κατακρίνει. Ο εγωισμός δεν τον αφήνει να δει τα χαρίσματα των άλλων, αλλά μόνο τα ελαττώματά τους. Στον εαυτό του πάλι διακρίνει μόνο χαρίσματα και ποτέ ελαττώματα.
Όποιος όμως βλέπει τα σφάλματά του οδηγείται στην ταπείνωση. Ο ταπεινός άνθρωπος παίρνει πλούσια χάρη από τον Θεό, φωτίζεται ο εσωτερικός του κόσμος και έτσι διακρίνει τις αόρατες πριν πληγές του. Τότε αποκτά αληθινή επίγνωση του εαυτού του. Διαπιστώνει ότι όχι μόνο δεν είναι όπως τον θέλει ο Θεός, αλλά, αντίθετα, είναι ένα μηδενικό.
«…και εχε υπομονήν εις τους πειρασμούς, διά να απαλλαγής εξ’ αυτών». Διαπιστώνοντας ο άνθρωπος τις εμπαθείς κλίσεις του αν θελήσει με την βοήθεια του Θεού να θεραπεύσει τα πάθη του, θα έλθει οπωσδήποτε αντιμέτωπος με τους πειρασμούς. Τότε θα βεβαιωθεί ότι οι διάφοροι πειρασμοί γίνονται τα πιο αποτελεσματικά βότανα για την θεραπεία των κρυφών και φανερών παθών του διότι βαστάζοντάς τους ασκείται στην μακροθυμία, στην ανοχή, στην προσευχή και στην ελπίδα προς τον Θεό, και όλη αυτή η άσκηση και η προσπάθεια να υπομείνει τον πειρασμό τον καλλιεργούν μ’ ένα μυστικό αλλά και τόσο ριζικό τρόπο.
Ας μην λησμονούμε ότι ο κεκαθαρμένος από τα πάθη απολαμβάνει σε μεγάλο βαθμό την αγάπη του Θεού και την απλότητα και ελευθερία του λογισμού του. Τότε και ο σατανάς δεν μπορεί ν’ αποκτήσει δικαιώματα επάνω του, δεν βρίσκει τόπο μέσα του να σταθεί. Είθε όλοι μας ν’ απολαύσουμε αυτήν την ελευθερία, να γίνουμε ένα «λουλούδι ανέγγιχτο από κακό λογισμό», κατά τον λόγο του μακαριστού π. Μαρκέλλου Καρακαλληνού.
Μετά την πτώση καθώς όλοι έχουμε μέσα μας την ροπή προς την αμαρτία είναι αδύνατον να ζήσουμε έστω και μία ημέρα χωρίς να αμαρτήσουμε. Παρ’ όλα αυτά όμως είμαστε πλάσματα του Θεού, φέρουμε μέσα μας την πνοή του Θεού και ακόμη ο Πανάγαθος Θεός με την σταυρική Του θυσία μας έδωσε την δυνατότητα νικώντας τους πειρασμούς να γίνουμε θεοί κατά Χάριν. Αυτό που είναι Εκείνος στην φύση Του το δίνει και σ’ εμάς με την Χάρη Του. Γι’ αυτό είμαστε πανίσχυροι απέναντι στις επιθέσεις του εχθρού και στις πειρασμικές του ενέργειες. Ο Όσιος Γέροντας μας νουθετεί: «μνήσθιητι υιέ μου, ότι επλάσθης πηλός, αλλ’ είσαι και πνοή του Θεού… (όθεν) βιάσου να γίνης άξιος της δωρεάς του Θεού» [35]
Στον αγώνα της πνευματικής τελειώσεως που ο Όσιος Γέροντας μας καλεί ας προσέξουμε ιδιαιτέρως τις παροτρύνσεις του και τις βαθμίδες της πνευματικής ανόδου που με σαφήνεια μας υποδεικνύει: «Γνώθι σ ’ αυτόν (=γνώρισε τον εαυτό σου) ότι είσαι μηδέν και έχε υπομονήν εις τους πειρασμούς, διά να απαλλαγής εξ αυτών, και να γίνης θεός κατά χάριν διότι είσαι η πνοή, το εμφύσημα του Θεού»[36].
Παραπομπές
15. Εισήγηση στο διήμερο μνήμης και τιμής για το Γέροντα Ιωσήφ τον Ησυχαστή που πραγματοποιήθηκε στο Ιερό Προσκύνημα «Παναγία η  Εκατονταπυλιανή» στις 27 και 28 Μαΐου 2006.
16. Γέρων Ιωσήφ, Έκφρασις Μοναχικής Εμπειρίας σελ. 129.
17. Έκφρασις…, σελ. 232.
18. Έκφρασις…, σελ. 29. Η επιθυμία του αυτή για καρποφορία του λόγου του Θεού ταυτίζεται με την ανάλογη επιθυμία του εθναποστόλου και ιερομάρτυρος Αγίου Κοσμά του Αιτωλού όπως εχει καταγραφεί στην πρώτη διδαχή του: « Αμή τι είναι η πλερωμή μου; Να καθίσετε από πέντε δέκα να συνομιλήσετε αυτά τα θεία νοήματα, να τα βάλετε μέσα εις την καρδίαν σας, διά να σας προξενήσουν την ζωήν την αιώνιον» (βλέπε Ιωάννου Μενούνου «Κοσμά του Αιτωλού Διδαχές και Βιογραφία», Διδαχή Α1, στίχος 35, σελ. 140).
19. Ίω. ΣΤ’, 45.
20. Έκφρασις…, σελ. 19.
21. Έκφρασις…, σελ. 345-346.
22. Έκφρασις…, σελ. 70.
23. Έκφρασις…, σελ. 122.
24. Έκφρασις…, σελ. 64.
25. Έκφρασις…, σελ. 137.
26. Έκφρασις…, σελ. 189.
27. Α’ Κορ. ΙΓ, 12.
28. Έκφρασις…, σελ. 342.
29. Έπιστ. Ζ’, σελ. 64-65.
30. Έπιστ. ΛΖ’, σελ. 218.
31. Έκφρασις…, σελ. 248.
32. Έπιστ. ΚΓ, σελ. 143.
33. Ματθ. Ε΄, 8.
34. Επιστ. ΞΖ’, σελ. 350.
35. Επιστ. ΜΗ’, σελ. 282.

Πηγή: Πρωτ. Γεωργίου Τριανταφύλλου, Ο Άγιος Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, Ο Νηπτικός Πατήρ και Διδάσκαλος (Ταπεινή αναφορά στη ζωή και στο έργο του), εκδόσεις Ιερού Ησυχαστηρίου Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης Θαψάνων Πάρου